"Κινηματογραφική Λέσχη Άρτας:"Κυριακή κοντή γιορτή"
έκατσε», μπολιάζει στη συνείδησή μας από τότε που ξυπνούσαμε τα
Σαββατοκύριακα στις 8 το πρωί, για να βλέπουμε με τις ώρες «Μίκυ Μάου».
Αν ο Θεός, βέβαια, ήταν Έλληνας, ίσως να μην καθόταν και τόσο. Βλέπετε, η
λατρεία μας για τη συγκεκριμένη μέρα δεν μπορεί, αλλά ούτε ποτέ θελήσαμε
να κρυφτεί. Το καταλαβαίνουμε, μόνο και μόνο, από το πόσες φορές έχει
τραγουδηθεί. Από τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» του Τσιτσάνη μέχρι και τον
στίχο «Κυριακή γιορτή και σχόλη, να ‘ταν η βδομάδα όλη» που τραγουδούσε
σαν να κέρδισε το Τζόκερ, η Βουγιουκλάκη, φαίνεται ότι, παρόλο που η λέξη
εργασία εξαφανίζεται από τα λεξιλόγια όλων για 24 ώρες, δεν μας εμποδίζει
να φανούμε υπέρ του δέοντως δραστήριοι σε οτιδήποτε άλλο θέλουμε να
κάνουμε.
Έξω απ’ το χορό, δεν θα μπορούσε να μείνει και η Ίλια, πρωταγωνίστρια
της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή». Πρόκειται για μία «αντισυστημική»
πόρνη που έχει κερδίσει το σεβασμό ολόκληρου του Πειραιά με τη στάση
ζωής της, η οποία απενεχοποιεί το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου και
την κάνει να φαντάζει Θεά, στα μάτια όλων. Λεπτομέρεια; Δεν δουλεύει
ποτέ την Κυριακή. Αντιθέτως, τρέχει να παρακολουθήσει τις παραστάσεις
τραγωδιών του Ελληνικού Φεστιβάλ, μέσα από το δικό της οπτικό πρίσμα,
ή διοργανώνει πάρτι στο σπίτι της, παρέα με τους – για εκείνη τη
μέρα – φίλους της, σε περίπτωση που στην πολιτιστική ατζέντα της
υπάρχει κενό. Την όλη σουρεάλ κατάσταση, έρχεται να ενισχύσει ο
Αμερικανός wannabe φιλόσοφος και λάτρης της αρχαίας Ελλάδας, Homer
Thrace, ο οποίος βρίσκει την «αλήθεια» στα μάτια της Ίλια και
προσπαθεί να την πείσει να αλλάξει τρόπο ζωής, ώστε να κάνει
πραγματικότητα αυτό που ονειρευόταν.
Συνεχίζουμε με δεδομένα...Μελίνα Μερκούρη. Αντί για σωρεία κοσμητικών
επιθέτων, ας αναφέρουμε το βραβείο πρώτου Γυναικείου Ρόλου στο
Φεστιβάλ των Καννών και την υποψηφιότητά της στην αντίστοιχη κατηγορία
των Όσκαρ, που δεν κατάφερε να πάρει εξαιτίας της Ελίζαμπεθ Τέιλορ.
Άλλοτε «αντράκι» που βουτάει στα νερά του Πειραιά, Φλεβάρη μήνα (true
story), άλλοτε σαγηνευτική και με θηλυκότητα τέτοια, που σε κάνει να
μην απορείς για παροιμίες του θυμόσοφου λαού μας, οι οποίες μπλέκουν
τη γυναικεία ανατομία με τη θάλασσα, κάνει την ταινία δική της κι εσύ
απλά, χαίρεσαι να την παρακολουθείς. Δίπλα της ο Ζυλ Ντασέν, όχι απλά
την πλαισιώνει με θαυμαστή ζωντάνια και μάτι που γυαλίζει αλλά
κατευθύνει την ταινία με τρόπο τέτοιο, που χτίζει μέσα σου μια
αισιοδοξία, η οποία σε κάνει να ξεχνάς τις όποιες δραματικές αναφορές
και να την παρακολουθείς με ένα ηλίθιο χαμόγελο.
Για το τέλος, αφήσαμε τον Χατζιδάκι. Τα «Παιδιά του Πειραιά» πήραν το
Όσκαρ και ας μη μιλούσαν Αγγλικά, εκτόξευσαν εμπορικά την ταινία,
διασκευάστηκαν όσο κανείς άλλος στον κόσμο, ο «πατέρας» τους, όμως,
δεν γιόρτασε μαζί τους. Όντας αντίθετος στο θεσμό και τα όσα
πρεσβεύει, δεν εμφανίστηκε στην απονομή, του στάλθηκε το βραβείο το
οποίο στο ταξίδι του, κλάπηκε ή χάθηκε, στην πορεία συμβιβάστηκε να
φωτογραφηθεί με αυτό της Κατίνας Παξινού, που είχε κερδίσει για το
ρόλο της στην ταινία «Για Ποιον Χτυπά η Καμπάνα», «ανάγκασε» την
Ακαδημία να του φτιάξει νέο, το οποίο κατά τύχη δεν βρέθηκε στον
κάλαθο των αχρήστων και συμμαζεύτηκε από την αδελφή του, Μιράντα.
Ακόμη κι όταν η μουσική του ακούστηκε στο Μπρόντγουέϊ, ως μέρος της
παράστασης «Ίλια Ντάρλινγκ» που ανέβαζε ο Ντασέν με πρωταγωνίστρια τη
Μερκούρη, επέλεξε να μείνει στην αφάνεια. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να
δωθεί και στη Θεώνη Βαχλιώτη, της οποίας η υποψηφιότητα για το Όσκαρ
κοστουμιών αποτέλεσε το έναυσμα για μια αξιοζήλευτη καριέρα, που της
χάρισε, εν τέλει, το χρυσό αγαλματίδιο για τον “The Great
Gatsby” του ’74.
Βλέποντας την ταινία, δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις την επιρροή που
άσκησε μετέπειτα (αυτόματα σου έρχονται κατά νου, σειρές που παίζουν
επανάληψη ακόμη και στον ύπνο σου), ειδικά στους «εντός των τειχών»
δημιουργούς. Άσχετα αν ο Χατζιδάκις μίσησε την επιτυχία της, άσχετα αν
δεν ικανοποιήθηκε ακούγοντας το τραγούδι του ακόμη και από τη φίλη
του, Μαρία Κάλλας, σε ένα κοινό τους δείπνο στο Παρίσι, το ’63, η
γλυκιά αίσθηση που σου αφήνει, είναι σαν το γέλιο του νεότατου ακόμη,
Θανάση Βέγγου, που ακούγεται πολλάκις στην ταινία...διαχρονικότατη.
Γι’ αυτό, σας περιμένουμε όλους αυτό το Σάββατο, στον κινηματογράφο
Παλλάς, να ξεκινήσουμε την Κυριακή εορταστικά και με το τέλος της
προβολής, «να πάμε όλοι στην ακρογιαλιά».
Του Βασίλη Γκορόγια, μέλους Κινηματογραφικής Λέσχης Άρτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.