Ενα σπάνιο φωτογραφικό λεύκωμα για τη ζωή του Γιαννιώτη γιατρού Νισήμ Λεβή
Ο πόλεμος έχει μόλις τελειώσει. Τα μέλη μιας οικογένειας Ελληνοεβραίων που πέρασαν τη γερμανική κατοχή κρυμμένοι κοντά στην Αθήνα επιστρέφουν στην πόλη τους, τα Ιωάννινα, αναζητώντας τα ίχνη της παλιάς τους ζωής. Συναντούν όμως μια άλλη πραγματικότητα. Η πλειονότητα των Εβραίων της πόλης έχει αφανιστεί και από το τριώροφο σπίτι τους στην οδό Κουντουριώτου, χτισμένο με την τοπική αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα, έχει μείνει μόνο η πέτρινη πρόσοψη. Ενώ επιστρέφουν στο ξενοδοχείο τους, συντετριμμένοι, βλέπουν στον πάγκο ενός μικροπωλητή έναν προβολέα τύπου «Taxiphote Jules Richard» και, ρίχνοντας μια ματιά, διαπιστώνουν ότι επρόκειτο για τις φωτογραφίες του προγόνου τους, Νισήμ Λεβή, ο οποίος το 1944 μεταφέρθηκε στο Αουσβιτς. Δεν βρέθηκε ανάμεσα σε όσους διέσωσαν τα σοβιετικά στρατεύματα στις 27 Ιανουαρίου 1945, μια ημερομηνία που πλέον έχει καθιερωθεί ως Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος.
Ηταν στο σύνολο περίπου 500 εικόνες, οι οποίες πέρασαν από γενιά σε γενιά, μέχρι που ο Αλέξανδρος Μωυσής, εγγονός της ανιψιάς του Νισήμ Λεβή, αποφάσισε να μοιραστεί μαζί μας το οικογενειακό του κειμήλιο. Ετσι, έπειτα από μια απαιτητική διαδικασία, οι γυάλινες πλάκες που γλίτωσαν από την καταστροφή σχεδόν τυχαία, έπειτα από επεξεργασία, ταξινομήθηκαν ώστε να προκύψει αυτό το εξαιρετικό λεύκωμα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καπόν: «Το Πανόραμα του Νισήμ Λεβή, 1898-1944: οι στερεοσκοπικές φωτογραφίες και τα ταξίδια ενός Γιαννιώτη γιατρού».
Η ιστορία ξεκινά τα τελευταία χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ηπειρο και κατόπιν οδηγούμαστε στο Μονπελιέ και στο Παρίσι, όπου ο Νισήμ Λεβή σπούδασε Ιατρική, επιστρέφουμε στα Ιωάννινα όταν ανοίγει το ιατρείο του, παρατηρούμε τον καιρό των Βαλκανικών, τη ζωή και τα ταξίδια στην εποχή του μεσοπολέμου, μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο, όταν, όπως σημειώνει ο γνωστός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ στον πρόλογο της έκδοσης, «ο κόσμος που ο Νισήμ Λεβής γνώριζε και κατέγραψε, και στον οποίο μας επέτρεψε να ρίξουμε μια ματιά, ο κόσμος δηλαδή της ευρωπαϊκής αστικής τάξης, χάνεται πάραυτα».
«Ορισμένες από τις φωτογραφίες αυτές τις θυμάμαι από τα νηπιακά μου χρόνια», μας είπε ο κ. Μωυσής. «Ηταν φυλαγμένες σε μια ντουλάπα στο γραφείο του σπιτιού των παππούδων μου. Οταν ο παππούς είχε κάποιον επισκέπτη και ήθελε να κουβεντιάσει μαζί του ήσυχα στο σαλόνι, παρακαλούσε τη γιαγιά να μας πάει στο γραφείο του και να μας δείξει το “κρατηδώρ”. Η μυστήρια αυτή λέξη ήταν συνθηματική μεταξύ τους και σήμαινε “κράτησε εδώ τα παιδιά”. Eπειδή κάθε φορά που με έστελναν στο γραφείο έπαιζα με τις γυάλινες φωτογραφίες, νόμιζα πως “κρατηδώρ” ήταν το όνομα του προβολέα. Ακόμα και σήμερα, έτσι αποκαλώ το μεγάλο ξύλινο κουτί».
Ο κ. Μωυσής σήμερα ζει και εργάζεται στη Σίλικον Βάλεϊ, και το προηγούμενο έτος αφιέρωσε αρκετό χρόνο ώστε να μην αφήσει τους προγόνους του να μείνουν «μια απλή αναφορά σε μια λίστα ονομάτων στο Μνημείο του Ολοκαυτώματος», όπως σημειώνει στην εισαγωγή του. «Υπήρξαν στιγμές, καθώς σκάλιζα το παρελθόν, που αναρωτήθηκα πώς θα αισθανόταν ο Νισήμ Λεβής αν ήξερε ότι δημοσίευσα τη συλλογή του, ξεθάβοντας μέρος της ζωής του και εκθέτοντάς τη στο ευρύτερο κοινό. Θέλω να πιστεύω ότι δεν θα είχε αντίρρηση. Καλύτερο είναι η μνήμη αυτών των ανθρώπων να σχετιστεί με την όμορφη ζωή τους και όχι μόνο με τον άγριο και απάνθρωπο θάνατό τους».
Πτυχές της ζωής
«Κάθε φωτογραφία έκρυβε τη δική της ιστορία», λέει ο κ. Μωυσής. «Και η κάθε ανάκληση αυτής της ιστορίας από τη λήθη του παρελθόντος έφερνε όχι μόνο την ικανοποίηση του τεχνοκράτη για την επίλυση ενός προβλήματος, αλλά και την ιδιαίτερη συγκίνηση με την ανακάλυψη μιας ακόμα πτυχής της ζωής του Νισήμ Λεβή, της γιαγιάς μου και των άλλων προγόνων». Εδώ (πρώτη φωτογραφία) βλέπουμε την αυλή του γιαννιώτικου σπιτιού το καλοκαίρι του 1912. Πρωταγωνίστρια της εικόνας, το κοριτσάκι που οπλοφορεί, μια ανιψιά του Νισήμ· είναι η Γιέτη Λεβή, γιαγιά του συγγραφέα.
ΤαξιδΙα στην Ευρώπη
Ο Νισήμ Λεβής έφυγε για τη Γαλλία, για να σπουδάσει Ιατρική, στα τέλη του 19ου αιώνα. Εζησε από κοντά την περίφημη Παγκόσμια Εκθεση του 1900 στο Παρίσι, επισκέφτηκε τα γαλλικά σαλόνια (στη φωτογραφία αριστερά βλέπουμε στιγμιότυπο από δείπνο στο σπίτι της φιλικής οικογένειας των Ζόλικοφερ στο Νανσί), έκανε βόλτες στον κήπο του Λουξεμβούργου και στο δάσος της Βουλόνης, γνώρισε τη δυτική Ευρώπη, πέρασε από τη Μασσαλία και τη Νάπολη, ταξίδεψε μέχρι τα Πυρηναία και τις Αλπεις. Οταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, το 1904, επέστρεψε στα Γιάννενα, όπου άνοιξε ιατρείο και, όπως αναφέρει ο κ. Μωυσής στην εισαγωγή του, υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής χάρη στην καθιέρωση μιας ημέρας την εβδομάδα για δωρεάν περίθαλψη απόρων. Δεν σταμάτησε όμως να ταξιδεύει και επισκέφτηκε αρκετές ακόμα φορές το Παρίσι για να δει τον αδελφό του, Μωρίς (φωτογραφία επάνω, ο Νισήμ διακρίνεται στο βάθος), ο οποίος ζούσε μόνιμα εκεί. Από τους τίτλους της εφημερίδας «Le Matin» που διαβάζει ο Μωρίς, προσδιορίστηκε η ακριβής ημερομηνία της στιγμής εκείνης: Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 1909.
Παγωμένος χρόνος
«Ξεκίνησα με την αναγνώριση τοποθεσιών, με τη βοήθεια των εργαλείων έρευνας της Google», μας εξηγεί ο κ. Μωυσής. «Εγινε το χόμπι μου και καθημερινά, μετά το γραφείο, ανέλυα δυο-τρεις φωτογραφίες. Μετά την αναγνώριση ορισμένων τοποθεσιών, άρχισε η ταυτοποίηση των προσώπων και των χρονολογιών. Από τις ηλικίες της γιαγιάς και μερικών άλλων προσώπων, άρχισε η συναρμολόγηση του χρονοδιαγράμματος της ζωής του φωτογράφου. Αυτό με τη σειρά του διευκόλυνε την αναγνώριση των τοποθεσιών σε μερικές από τις άλλες φωτογραφίες. Και ούτω καθεξής». Στη φωτογραφία αυτή βλέπουμε την παγωμένη λίμνη Παμβώτιδα. Είναι Φεβρουάριος του 1929 και ο κ. Μωυσής σημειώνει στη λεζάντα ότι η συγκεκριμένη φωτογραφία ήταν εύκολο να χρονολογηθεί, καθώς η λίμνη σπάνια παγώνει. Η απόκοσμη ατμόσφαιρα μοιάζει να παγώνει ακόμα και τον χρόνο. Αυτό, δυστυχώς, δεν συνέβη. Η 18χρονη Νέλλυ, ανιψιά του Νισήμ Λεβή, που τη βλέπουμε εδώ σε πρώτο πλάνο, έμελλε λίγα χρόνια αργότερα να καταλήξει στο Αουσβιτς.
Προορισμός: Αουσβιτς
Η φωτογραφία δεν τραβήχτηκε από τον Νισήμ Λεβή. Την ίδια ώρα που οι εικονιζόμενοι επιβιβάζονται στο φορτηγό που θα τους μεταφέρει στο τρένο για το Αουσβιτς, ένα άλλο όχημα είχε πάρει τον ίδιο, για να τον μεταφέρει στον ίδιο προορισμό. Το ανατριχιαστικό στιγμιότυπο τοποθετείται κοντά στην πλατεία Μαβίλη των Ιωαννίνων, όχι μακριά από το σπίτι των Λεβή, την 25η Μαρτίου του 1944. «Οταν μικρός κοιτούσα τις φωτογραφίες, δεν μου περνούσε από τον νου ότι τα περισσότερα άτομα στις εικόνες είχαν βρει αργότερα τραγικό θάνατο», λέει ο κ. Μωυσής. «Είχα φυσικά επίγνωση του Ολοκαυτώματος, τη μία ή δύο φορές τον χρόνο που με πήγαιναν στη Συναγωγή κοιτούσα με δέος τους ηλικιωμένους, απορώντας πώς άντεξαν τόσους χαμούς. Αλλά δεν θυμάμαι ποτέ συζήτηση πάνω σε αυτό το θέμα με τον παππού και τη γιαγιά για την οικογένειά της. Μόνο πολύ αργότερα κατάλαβα ότι οι ιστορίες από την παιδική της ηλικία που η γιαγιά μού διηγούνταν όταν ήμουν πιτσιρικάς στα γόνατά της ήταν γι’ αυτήν ο λιγότερο οδυνηρός τρόπος για να ανακαλέσει το παρελθόν της».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.