Απάντηση του Πρωθυπουργού σε επίκαιρη ερώτηση του Επικεφαλής του πολιτικού κινήματος «Το Ποτάμι» στη Βουλή των Ελλήνων
Απάντηση του Πρωθυπουργού σε επίκαιρη ερώτηση του Επικεφαλής του πολιτικού κινήματος «Το Ποτάμι» στη Βουλή των Ελλήνων
Ευχαριστώ και τον κ. Θεοδωράκη που μου δίνει την ευκαιρία να απευθυνθώ στο Σώμα της Εθνικής Αντιπροσωπείας και να απαντήσω σε μια πραγματικά επίκαιρη ερώτηση.
Αυτό που με κάνει να αναρωτιέμαι κάποιες φορές είναι γιατί ορισμένοι άλλοι που αφήνουν διαρροές, σπέρνουν σκόνη δεξιά και αριστερά, μετά κρύβονται και δεν έρχονται στη Βουλή να θέσουν τα ερωτήματα αυτά. Θέτουν για άλλα θέματα επίκαιρες ερωτήσεις.
Ο κ. Θεοδωράκης έθεσε τα θέματα, αν και από ό,τι κατάλαβα από την ομιλία του μάλλον ενημερώνεται μονόπλευρα από τα μέσα της διαπλοκής και των fake news. Μου δίνει πραγματικά – και τον ευχαριστώ – την ευκαιρία, γιατί θεωρώ ότι καλοπροαίρετα θέτει τα ζητήματα αυτά, να δώσω ορισμένες απαντήσεις. Γιατί ορισμένοι φαίνεται ότι είτε δεν έχουν κατανοήσει επαρκώς – και αυτό είναι το λιγότερο κακό – είτε, ακόμη χειρότερα, δεν θέλουν να κατανοήσουν, διότι αυτό εξυπηρετεί κάποιους συγκεκριμένους αντιπολιτευτικούς σκοπούς.
Όμως, στα θέματα αυτά, στα θέματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την εθνική ασφάλεια της χώρας, δεν χωρούν, κατά την εκτίμησή μου, μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Επειδή το ζητούμενο, όταν συζητάμε σε αυτή την Αίθουσα για τα θέματα αυτά είναι να έχουμε ως βασική αρχή την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, θέλω να αναφερθώ, πριν απαντήσω ένα προς ένα τα ερωτήματα που έθεσε ο κ. Θεοδωράκης, σε αυτά που αποκομίσαμε από την επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Να αναφερθώ δηλαδή, αν θέλετε, στα απτά αποτελέσματα, στα πραγματικά γεγονότα και – για να χρησιμοποιήσω και την ορολογία που αποκομίσαμε από το ταξίδι – στα facts και όχι στα fake news, της δήθεν αγοράς του αιώνα. Ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων αεροσκαφών είναι η αγορά του αιώνα!
Έρχομαι, λοιπόν, στα απτά αποτελέσματα. Απτό αποτέλεσμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά ακούσαμε τον νέο Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών –που ορισμένοι όταν εξελέγη διέδιδαν ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να ασχοληθεί με το ζήτημα του χρέους ή με τα ελληνικά ζητήματα αλλά, αντιθέτως, θα αλλάξει πλήρως τη γραμμή των Ηνωμένων Πολιτειών στα θέματα αυτά – να μιλάει δημόσια για την ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους και, στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες, να δεσμεύεται για πρωτοβουλίες στενής παρακολούθησης του θέματος αυτού.
Απτό αποτέλεσμα ήταν το γεγονός ότι για πρώτη φορά δημόσια ο Αμερικανός Πρόεδρος τόνισε ότι η ελληνική οικονομία στέκεται στα πόδια της – όχι «θα βγει από την κρίση», στέκεται στα πόδια της – βγήκε από την κρίση και ενεθάρρυνε τους Αμερικανούς επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Απτό αποτέλεσμα είναι η σύσταση ομάδας εργασίας μεταξύ των Υπουργών Οικονομίας μας για την προώθηση συγκεκριμένων επενδύσεων στην Ελλάδα, όπως και το γεγονός ότι αναγνωρίστηκαν οι δυνατότητες της χώρας να καταστεί κόμβος ενέργειας μεταφορών και τηλεπικοινωνιών μεταξύ τριών ηπείρων.
Απτό αποτέλεσμα είναι η ανακοίνωση για την κατασκευή του λεγόμενου FSRU, της πλωτής πλατφόρμας για LNG, για υγροποιημένο αέριο στην Αλεξανδρούπολη και για αγορά ποσοτήτων LNG, με την προοπτική, βέβαια, να είμαστε η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη, η οποία ανοίγει τις πόρτες της μεσομακροπρόθεσμα στην εισαγωγή σχιστολιθικού αερίου, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως ενός κόμβου ενεργειακού, καθώς όλοι οι σημαντικοί ενεργειακοί δρόμοι του μέλλοντος θα περνούν από τη χώρα μας.
Απτό αποτέλεσμα είναι το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, το γεγονός ότι η επόμενη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, στην οποία τιμώμενη χώρα – μετά τη Ρωσία πρόπερσι και την Κίνα πέρυσι – θα είναι την επόμενη χρονιά οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, θα αποτελέσει σημείο καμπής για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στους τομείς της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών.
Απτό αποτέλεσμα είναι οι συνομιλίες που κάναμε για άλλες σημαντικές, στρατηγικής σημασίας, επενδύσεις στον τομέα των οπτικών ινών, των ναυπηγείων και των υποδομών.
Απτό αποτέλεσμα είναι η αναγνώριση από όλους τους συνομιλητές μας του ρόλου που διαδραματίζει η Ελλάδα, ως πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας, σε μία από τις πιο ευαίσθητες, τις πιο σημαντικές, αλλά ταυτόχρονα και από τις πιο ασταθείς περιοχές του πλανήτη μας, γεγονός που επιβεβαιώθηκε τόσο στις συνομιλίες του Υπουργού Εσωτερικών με τον Πρόεδρο, τον επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και στις επαφές των Υπουργών Άμυνας των δύο χωρών. Και σε αυτό το πλαίσιο βασίστηκε και η απόφαση για υποστήριξη της Ελλάδας από τις Ηνωμένες Πολιτείες τόσο σε διπλωματικό επίπεδο όσο, όμως, και στον αμυντικό τομέα.
Και τέλος, απτό αποτέλεσμα, τόσο απτό που το είδαμε – είδαμε τα αποτελέσματα μόλις μέσα σε μια εβδομάδα – ήταν η διαβεβαίωση από πλευράς της Διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι η ελληνική οικονομία πέρασε τον κάβο, ότι δεν απαιτούνται νέα μέτρα, σε αντίθεση με όσα φαντασιώνονταν πολλοί εδώ στην Ελλάδα και τα πρωτοσέλιδα του Τύπου –που, δυστυχώς, και εσείς, κύριε Θεοδωράκη, αυτόν διαβάζετε, αλλά πρέπει να ενημερώνεστε και από αλλού- και ότι όχι μόνο δεν ζητάνε νέα μέτρα, αλλά τη διαβεβαίωση ότι θα κρατήσουν μία εποικοδομητική στάση στις διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση.
Αυτά, λοιπόν, είναι τα πολύ σημαντικά και απτά αποτελέσματα της επίσκεψης. Και δεν είναι φωτογραφίες, όπως κάποιοι έσπευσαν να πουν. Έχω αρκετές άλλωστε. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχα την ευχέρεια να βγάλω πολλές φωτογραφίες με τους σημαντικότερους ηγέτες του πλανήτη, δεν χρειάζομαι άλλες.
Αυτά τα απτά αποτελέσματα, τα οποία όμως, δυστυχώς, εδώ στην Ελλάδα ορισμένοι όχι μόνο – και είναι δικαίωμά τους – δεν θέλουν να τα αναγνωρίσουν, αλλά είχαν εκ προοιμίου έτοιμο το πόρισμα της αποτυχίας αυτής της πολύ σημαντικής επίσκεψης, όχι πριν κατέβω τα σκαλιά του αεροπλάνου, αλλά πριν τα ανέβω αυτά για να φύγω. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αλλά είναι λογικό, για ορισμένους, εάν το κριτήριο είναι οι εποχές όπου ο κ. Παπανδρέου ο νεότερος ή ο κ. Σαμαράς επισκέπτονταν τις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε που η Ελλάδα, δυστυχώς, λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της τρομακτικής αυτής κρίσης είχε τον ρόλο του παρία, το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης, και οι ηγέτες της χώρας, δυστυχώς, πάσχιζαν να μπουν, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, σε ένα φωτογραφικό κάδρο.
Αυτές οι εποχές ευτυχώς άλλαξαν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Η Ελλάδα ανακτά το κύρος της, διεκδικεί, αναγνωρίζεται ο ρόλος της, αναβαθμίζεται η θέση της διεθνώς. Δεν παρακαλεί για μια καλή κουβέντα, ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Μπορεί στην οικονομία -γιατί η καταστροφή ήταν μεγάλη- να χρειαστεί περισσότερος χρόνος και προσπάθεια για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος από τη ζημιά που προκάλεσαν οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, όμως στην εξωτερική πολιτική μέσα σε δυόμισι χρόνια την εικόνα της χώρας διεθνώς έχουμε ήδη καταφέρει να την αναστρέψουμε πλήρως, την εικόνα του παθητικού δέκτη και παρατηρητή των εξελίξεων, την οποία επέβαλαν, δυστυχώς, οι κυβερνήσεις της κρίσης. Με μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική η χώρα αναβαθμίζει τον ρόλο της, χτίζει συμμαχίες, αξιοποιεί τα πολύ σημαντικά γεωστρατηγικά της πλεονεκτήματα.
Να μπω τώρα στην ουσία της ερώτησής σας, κύριε Θεοδωράκη. Ακριβώς με τον ίδιο υπεύθυνο τρόπο που ενεργούμε στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αναβαθμίζοντας το κύρος της χώρας, ενεργούμε και στα ζητήματα που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας. Η χώρα μπορεί να βρίσκεται σε ένα περιοριστικό πλαίσιο – το αφήνει πίσω της μέρα με τη μέρα, βγαίνουμε από την κρίση – όμως αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό θα έχει και κόστος και μάλιστα αναντίστρεπτο στην αποτρεπτική ικανότητα των Ενόπλων Δυνάμεων για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και βεβαίως, για τη διατήρηση των ισορροπιών, κάτι που στην ουσία σημαίνει τη διατήρηση της σταθερότητας και της ειρήνης. Γιατί η Ελλάδα είναι μια δύναμη ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Εμείς, λοιπόν, εργαζόμαστε με συνέπεια όχι μόνο για τη διατήρηση του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και για την ενίσχυσή του. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, το επόμενο διάστημα σχεδιάζουμε να ανακοινώσουμε το ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανασυγκρότηση του στρατεύματος. Η βάση αυτού του σχεδίου είναι να δημιουργήσουμε τον πιο σύγχρονο στρατό, καθώς και διαθεσιμότητα δυνάμεων εκεί που πιθανολογούμε απειλές. Από την άποψη του εξοπλισμού, επιδίωξη είναι το πώς θα μπορούμε να συντηρούμε και να αναβαθμίζουμε με τον καλύτερο τρόπο το υπάρχον υλικό και ποιες στοχευμένες πλέον αγορές πρέπει να κάνουμε. Η κίνηση αυτή είναι αναγκαία, διότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο που οι προκλήσεις είναι πολλές και η εγρήγορσή μας πρέπει να είναι διαρκής.
Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, έχει τεθεί στο τραπέζι – όχι τώρα, αλλά εδώ και οκτώ χρόνια, από το 2009 – από την πλευρά της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Και μπορεί, προφανώς, κάποιοι εξ ημών, που δεν ασχολούμεθα ιδιαίτερα με τα εξοπλιστικά θέματα, με τα ζητήματα άμυνας, να μην το γνωρίζουμε – δεν δικαιούστε, κύριε Θεοδωράκη, να το γνωρίζετε εσείς – όσοι, όμως, συμμετέχουν στις Επιτροπές της Βουλής, στην Επιτροπή Άμυνας, και προφανώς όσοι κυβέρνησαν τον τόπο το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά. Και θέλω να τονίσω για άλλη μια φορά ότι δεν μιλάμε για αγορά νέων. Μιλάμε για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων μαχητικών αεροσκαφών. Αυτό είναι ένα θέμα που, βεβαίως, όχι μόνο έχει τεθεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά έχει συζητηθεί και επαρκώς στην Επιτροπή.
Να ξεκαθαρίσω, λοιπόν, τα πράγματα. Πρέπει να εξετάσουμε τρία ζητήματα: Το πρώτο ζήτημα είναι η απάντηση που πρέπει να δώσουμε στο ερώτημα εάν αυτή η αναβάθμιση είναι αναγκαία, το δεύτερο, αν είναι οικονομικά συμφέρουσα και το τρίτο, αν ακολουθήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες όσον αφορά την ενημέρωση του Κοινοβουλίου.
Ξεκινώ από το πρώτο και θα αφήσω σε αυτό το κομμάτι εκτός τα πολιτικά επιχειρήματα. Θα αναφερθώ μόνο σε αυτά που προέρχονται από τους αρμόδιους, αυτούς δηλαδή που γνωρίζουν καλύτερα από τον κάθε άλλον τις ανάγκες που έχουν οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Αναφέρθηκα πριν στο επιτακτικό αίτημα της ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων το 2009. Ο λόγος είναι τόσο προφανής όσο και απλός. Έχει να κάνει με τη σταδιακή παλαιότητα του στόλου και των συστημάτων των αεροσκαφών. Ο κίνδυνος πλέον είναι ότι εάν δεν δράσουμε τώρα, μπορεί να φτάσουμε στο σημείο, μέσα στην επόμενη πενταετία, λόγω της απόσυρσης των περισσότερων μαχητικών αεροσκαφών, η Πολεμική μας Αεροπορία να χάσει ένα πολύ σημαντικό μέρος της αποτρεπτικής της ισχύος.
Επομένως, δεδομένων και των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, έχει κριθεί όχι από την Κυβέρνηση, επαναλαμβάνω, αλλά από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ότι είναι αναγκαία η αναβάθμιση του στόλου τώρα, χθες μάλλον, ενσωματώνοντας στα υπάρχοντα αεροσκάφη νέες τεχνολογίες, ώστε να είναι, όπως λένε, διαλειτουργικά με τα μαχητικά πέμπτης γενιάς.
Άρα, εδώ οι επιλογές που έχουμε είναι δύο: Ή να εισακούσουμε τις επανειλημμένες συστάσεις των αξιωματικών και των στελεχών της Πολεμικής Αεροπορίας, που έχουν τη γνώση και την εμπειρία στο θέμα, ή να τις αγνοήσουμε για λόγους αποκλειστικά πολιτικής σκοπιμότητας. Και η επιλογή η δική μας, φαντάζομαι και κάθε άλλης κυβέρνησης που θα έχει στοιχειώδη αίσθηση της ευθύνης, είναι προφανώς η πρώτη.
Πάμε τώρα στο δεύτερο σημείο, γιατί, αν κατάλαβα καλά, δεν αμφισβητήσατε ούτε εσείς, κύριε Θεοδωράκη, την αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού. Το δεύτερο σημείο είναι κατά πόσο είναι οικονομικά συμφέρουσα αυτή η επιλογή της αναβάθμισης του εκσυγχρονισμού των F-16. Ας ξεκινήσω με το αυτονόητο, που έχει να κάνει με το ότι το κόστος της αναβάθμισης των μαχητικών θα ενταχθεί στην ήδη υπάρχουσα δαπάνη, προϋπολογισμένη δαπάνη, που έχει κατατεθεί και στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα εδώ στη Βουλή, για τους εξοπλισμούς του Υπουργείου Άμυνας. Δεν μιλάμε για νέα δαπάνη, άρα ούτε για πρόσθετα βάρη, ούτε για έκτακτες δαπάνες, ούτε για τίποτα απ’ όλα αυτά τα ευφάνταστα που γράφτηκαν αυθαίρετα και αυθαίρετα, επίσης, αναπαράχθηκαν από μέσα ενημέρωσης και πολιτικές δυνάμεις.
Επίσης, είναι σαφής η θέση της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, ότι λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας στον εξοπλισμό των αεροσκαφών καθίσταται αβέβαιη ή ακόμα και αδύνατη η πιθανότητα αναβάθμισης των μαχητικών στο μέλλον και ότι, αν την αφήσουμε για το μέλλον, σίγουρα θα είναι πολύ ακριβότερη.
Ας δούμε, όμως, λίγο τους αριθμούς και θα μου επιτραπεί, κύριε Πρόεδρε, λίγος χρόνος παραπάνω. Στάλθηκε, λοιπόν, από την ελληνική πλευρά, από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ένα, όπως το λένε, letter of request, το οποίο απευθύνεται στην αμερικανική κυβέρνηση και στο οποίο, στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας ανάμεσα στις δύο χώρες -έτσι γίνεται πάντα-, ζητήθηκε μια τιμή προσφοράς για την αναβάθμιση του συνόλου του στόλου ή μέρους του στόλου των F-16. Η πληροφόρηση που ετέθη υπόψη του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας από την αμερικανική πλευρά είναι ότι η επίσημη απάντηση, η επίσημη επιστολή αναμένεται τις επόμενες μέρες.
Σας διαβεβαιώνω ότι, με το που θα έλθει στο Υπουργείο Άμυνας, θα τεθεί υπόψη της Επιτροπής Εξοπλισμών, όπου θα υπάρχει βεβαίως η απάντηση από την αμερικανική πλευρά σχετικά με τις τιμές και την ακριβή περιγραφή της αναβάθμισης των F-16.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες μάθαμε το περιεχόμενο αυτής της επιστολής. Δεν έχει έλθει επισήμως. Αναμένεται την επόμενη εβδομάδα και, αν δεν κάνω λάθος, στις 3 Νοεμβρίου θα τεθεί υπόψη και της Επιτροπής.
Το σύνολο των αεροσκαφών για το οποίο ζητήθηκε το letter of request που στείλαμε, το σύνολο των αεροσκαφών το οποίο εντάχθηκε μέσα σ’ αυτό το letter of request ήταν εκατόν είκοσι τρία αεροσκάφη, για τα οποία η αμερικανική πλευρά, έτσι όπως άλλωστε προβλέπεται σε τέτοιου είδους διαδικασίες, ζήτησε από το Κογκρέσο μια έγκριση –επαναλαμβάνω- για το σύνολο των αεροσκαφών, για τα 123, προκειμένου να προχωρήσει σε διαπραγμάτευση. Η έγκριση που ζητήθηκε από το Κογκρέσο για το σύνολο των 123 αεροσκαφών ανέρχεται στα 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια ή περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Εδώ, λοιπόν, στήθηκε η επικοινωνιακή σπέκουλα από κάποιους που, είτε από άγνοια είτε από δόλο, μίλησαν για συμφωνία 2,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για συμφωνία πάνω από 2 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πρώτα απ’ όλα, δεν υπάρχει συμφωνία. Να συνεννοηθούμε. Υπάρχει αίτημα και διαπραγμάτευση. Το Αμερικανικό Κογκρέσο πάντοτε σε τέτοιες περιπτώσεις τι κάνει; Εγκρίνει το ανώτατο ποσό που μπορεί να φτάσει η συμφωνία. Το ανώτατο ποσό, λοιπόν, μας λέει ότι είναι περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Στην περίπτωσή μας το ποσό το οποίο μπορεί να διαθέσει η Ελλάδα και έχουμε καταστήσει σαφές στις μεταξύ μας διαπραγματεύσεις, προκειμένου να εντάσσεται η εξοπλιστική δαπάνη μέσα στο πλαίσιο της προϋπολογισθείσας δαπάνης και από το μεσοπρόθεσμο των εξοπλιστικών μας δαπανών, για να μην υπερβούμε δηλαδή ούτε κατά ένα ευρώ αυτές τις δυνατότητες που έχουμε, το δικό μας «ταβάνι» είναι τα 1,1 δισεκατομμύρια ευρώ. Τόσο απλά.
Μάλιστα, η συζήτηση που διεξάγεται και οι διαβεβαιώσεις που έχουμε είναι για μια δαπάνη σε βάθος δεκαετίας, που σημαίνει περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, ακριβώς για να είμαστε απολύτως εντός των ήδη προϋπολογισθέντων δαπανών. Αυτή είναι η αγορά του αιώνα που κάναμε και οι δαπάνες και οι σπατάλες.
Να σας επισημάνω και κάτι ακόμα: Αυτή δεν είναι μια καινούργια πρακτική. Έχει συμβεί στο παρελθόν σε ανάλογη συμφωνία. Πολλές φορές υπάρχει μια διακρατική συμφωνία που ορίζει τους όρους μιας αγοράς ή ενός εκσυγχρονισμού. Θα έπρεπε να το θυμούνται αυτό οι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, όχι εσείς. Η πιο πρόσφατη ήταν η συμφωνία επί υπουργίας του κ. Σπηλιωτόπουλου, που αφορούσε την παραλαβή F-16 με ανώτατο όριο κοστολόγησης από το Κογκρέσο τότε τα 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια, που τελικά αυτό που δώσαμε ήταν 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Δεν είναι, δηλαδή, κάτι το οποίο συμβαίνει για πρώτη φορά. Το γνωρίζαμε.
Το βασικότερο όλων όμως – επαναλαμβάνω – είναι ότι αυτήν τη στιγμή ακόμα δεν έχουμε συμφωνία. Έχουμε διαπραγμάτευση. Θα λάβουμε επίσημα την προσφορά, θα ενημερωθεί η Βουλή, όπως προείπα, θα αξιολογηθεί από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και έπειτα θα μπούμε και στην τελική διαπραγμάτευση για το τελικό ποσό της συμφωνίας.
Γνωρίζουν όσοι έχουν γνώση τέτοιου είδους αμυντικών συμφωνιών ότι ένα μέρος του συνολικού ποσού αφορά και στα λεγόμενα αντισταθμιστικά οφέλη.
Επιτρέψτε μου σ’ αυτό το σημείο να κάνω μια παρατήρηση: Τα λεγόμενα αντισταθμιστικά οφέλη από τη σύγχρονη εμπειρία που έχουμε, την οδυνηρή εμπειρία, μόνο κατ’ ελάχιστον έχουν δικαιολογήσει τον τίτλο τους.
Δυστυχώς, μονάχα ένα μικρό μέρος τους αξιοποιήθηκε για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, ενώ σε πάρα πολλές περιπτώσεις, δυστυχώς, ούτε καν υλοποιήθηκαν.
Αυτό που συνέβη κατά κανόνα είναι ότι μέσα από την κερκόπορτα των αντισταθμιστικών ωφελημάτων διακινήθηκαν μίζες, στήθηκαν μηχανισμοί διασπάθισης του δημόσιου χρήματος, γιγαντώθηκαν κυκλώματα διαπλοκής. Είναι γνωστή η αμαρτωλή ιστορία στην οποία πρωταγωνίστησαν στελέχη κυβερνήσεων των κομμάτων που σήμερα βρίσκονται στα έδρανα της αντιπολίτευσης και μας κουνάνε και το δάχτυλο και μιλούν για «αγορές του αιώνα».
Θέλω, λοιπόν, εδώ να είμαι ξεκάθαρος. Δεν πρόκειται να συμπεριλάβουμε στην εν λόγω συμφωνία και σε κάθε συμφωνία που ενδεχομένως εμείς να προβούμε στο μέλλον, αντισταθμιστικά οφέλη.
Τα λάθη του παρελθόντος εμείς δεν θα τα κάνουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Αφήνω μονάχα μια πιθανότητα εξαίρεσης σε ό,τι αφορά την ΕΑΒ, αλλά και εκεί απτά, συγκεκριμένα και σαφώς κοστολογημένα ωφελήματα υπό κατασκευής έργου για να συντηρηθεί η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία. Αλλά ΑΩ, αντισταθμιστικά ωφελήματα σε λογισμικό ή σε απροσδιόριστες γκρίζες περιοχές, προκειμένου κάποιοι να παίρνουν μίζες ή να κάνουν μπίζνες – διότι αυτό συνέβη στο παρελθόν – όσο εμείς είμαστε Κυβέρνηση δεν θα υπάρξει.
Αντί αορίστων, λοιπόν, ωφελημάτων, εμείς θα διεκδικήσουμε σε κάθε προσπάθεια, σε κάθε συμφωνία, και στην επικείμενη, τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση του κόστους, γιατί εμείς τιμούμε και το τελευταίο ευρώ του Έλληνα φορολογούμενου που κατευθύνεται για τη θωράκιση της αμυντικής και αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Και τώρα να απαντήσω στο τρίτο ζήτημα, κατά πόσο τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες ενημέρωσης της Βουλής για το ζήτημα της αναβάθμισης. Στις 20 Σεπτέμβρη, σχεδόν έναν μήνα πριν την επίσκεψη στις ΗΠΑ, ο Υπουργός Άμυνας και οι επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ο Αρχηγός Αεροπορίας, ήρθαν εδώ στη Βουλή. Ενημέρωσαν αναλυτικά την Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων για το ζήτημα της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας. Αναλυτικότητα! Έχω τα Πρακτικά. Δεν τα καταθέτω, διότι όλοι έχετε πρόσβαση σε αυτά και γνωρίζετε ότι είναι απόρρητα θέματα αυτά. Γι’ αυτό και δεν έχει νόημα να επεκταθούμε περαιτέρω.
Το θέτω, όμως, εν γνώσει σας, διότι είναι μεγάλη υποκρισία, και άδικο αλλά και φαιδρό –δεν αναφέρομαι σε εσάς, κύριε Θεοδωράκη, αλλά αναφέρομαι στις διαρροές που έγιναν από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας- ότι μάλιστα πρόκειται για παράκαμψη των διαδικασιών, για μεγάλη σπατάλη, για αγορά του αιώνα και ότι θα μας φέρουν στη Βουλή. Βεβαίως, σιγήν ιχθύος. Πράγματι, πρόκειται για φαιδρότητα, όχι μόνο γιατί υπήρξε σαφής ενημέρωση, αλλά και σαφής τοποθέτηση του Αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας στην Επιτροπή σε σχέση με το εάν είναι αναγκαίο ή όχι.
Βεβαίως, δεν ξέρω εάν υπάρχουν άλλου είδους εσωτερικά ζητήματα στη Νέα Δημοκρατία και αλλάζουν οι υπεύθυνοι και μπορεί κάποια στελέχη να έχουν κόψει και την καλημέρα μεταξύ τους, αλλά αυτός δεν είναι λόγος σε αυτά τα σοβαρά ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια της χώρας, να παίζουμε παιχνίδια.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει και το θέμα της Σούδας. Κύριε Θεοδωράκη, έχω την αίσθηση ότι στήθηκε ένας μύθος – όχι από σας, αλλά από μερίδα των μέσων μαζικής ενημέρωσης – μιας δήθεν μαμούθ συμφωνίας που περιλαμβάνει τη Σούδα. Δεν απαντούσαμε γιατί δεν έχει κανένα νόημα να απαντάμε. Επί μέρες το κεντρικό θέμα για το οποίο θα πηγαίναμε εμείς στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η Σούδα, η επέκταση, η αναβάθμιση, η εξέλιξη και τώρα μας ζητάτε να απολογηθούμε κιόλας διότι δεν υλοποιήσαμε τον μύθο που κάποιοι στήσανε!
Κύριε Θεοδωράκη, θα έπρεπε να γνωρίζετε ότι η ετήσια ανανέωση της Σούδας γίνεται εδώ και περίπου έντεκα χρόνια. Από τις κυβερνήσεις Καραμανλή ξεκίνησε και όλες οι μετέπειτα -και οι δικές μας- ανανεώνουν, επεκτείνουν, κατά έναν χρόνο τη συμφωνία διευκολύνσεων που έχει η χώρα μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, σε ό,τι αφορά τη βάση της Σούδας.
Αναφέρθηκα, πράγματι, στη σημασία της Σούδας και στην ανάγκη να δούμε προοπτικά μια πιθανότητα αναβάθμισης του ρόλου της που θα αφορά όμως, κατά τη δική μου εκτίμηση –και βεβαίως αυτό δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να συζητηθεί στο πόδι, αλλά θέλει ουσιαστική συζήτηση και στις επιτροπές- την αναβάθμιση και του ρόλου των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στη βάση της Σούδας.
Είναι μια εξαιρετικής γεωστρατηγικής σημασίας τοποθεσία. Ο στόλος του Πολεμικού μας Ναυτικού βρίσκεται στο σύνολό του, όπως όλοι γνωρίζουμε, στη Σαλαμίνα. Μια πιθανή μελλοντική αναβάθμιση μάς αφορά κι εμάς. Αλλά το να πάμε σε μια λογική διαπραγμάτευσης σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση για αεροσκάφη είναι κάτι για το οποίο δεν είχα κάνει πρωτίστως καμία –αν θέλετε- διαβούλευση ούτε εγώ ούτε ο Υπουργός ή ο Αναπληρωτής Υπουργός στις αρμόδιες επιτροπές. Είναι ένα θέμα που ούτε στο ΚΥΣΕΑ συζητήθηκε.
Συνεπώς, δεν μπορώ να απαντώ γιατί δεν έθεσα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης κάτι το οποίο δεν μας απασχόλησε εκτενώς. Ίσως είναι μια ιδέα σας. Να την καταθέσετε και να τη συζητήσουμε, αλλά τέτοιου είδους σοβαρά και γεωστρατηγικού χαρακτήρα ζητήματα δεν μπορεί να κατατίθενται με μία προχειρότητα.
Βεβαίως, η ιδέα σας για Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας είναι μια ιδέα που κατά καιρούς κι εγώ έχω πει και αξίζει τον κόπο να τη συζητήσουμε. Δεν είναι ώριμη ακόμα, κατά τη δική μου εκτίμηση. Εν τούτοις, σ’ αυτό που απολύτως θα συμφωνήσω μαζί σας είναι ότι στα ζητήματα αυτά πράγματι χρειάζεται ενημέρωση, συνεννόηση και ευρύτατες συναινέσεις, όπου αυτό μπορεί να επιτευχθεί, βεβαίως.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που δεν χρειάζεται είναι επιπολαιότητα, ανευθυνότητα και μικροκομματική σκοπιμότητα.
Εμείς, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στη χώρα διαχειριζόμαστε τα ζητήματα αυτά. Εκτιμώ ότι η στάση που επέδειξε για μια ακόμη φορά η Αξιωματική Αντιπολίτευση ήταν στάση ανεύθυνη. Πρώτα, σήκωσε κουρνιαχτό για υπόνοιες περί δήθεν αγοράς του αιώνα, για σκοτεινές διαδρομές και συμφωνίες, στη συνέχεια έριξε σιγή ασυρμάτου και, όταν κατάλαβε το λάθος, σταμάτησε να αναφέρεται στο θέμα. Θέλω να πιστεύω ότι το έκανε, επειδή κατάλαβε το λάθος και όχι επειδή κάποιοι τράβηξαν το αυτί. Και το λέω αυτό, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι, πέραν των αγαθών προθέσεων όλων μας, τα θέματα αυτά λειτουργούν και κυκλοφορούν στους διαδρόμους και διάφοροι που έχουν ή εκπροσωπούν συμφέροντα και φωτογραφίζονται δεξιά και αριστερά με εκπροσώπους κομμάτων σε εκδηλώσεις. Καλά, μια φωτογραφία δεν είναι πρόβλημα. Πρόβλημα είναι όταν μεταφέρουν και τις θέσεις τους.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, κύριε Θεοδωράκη, η υπόθεση της αναβάθμισης των F-16 δεν προέκυψε ούτε ως αντάλλαγμα σε κάποιον ούτε προέκυψε την περασμένη εβδομάδα -είναι ένα χρόνιο αίτημα- ούτε κρύβει σκοτεινές συναλλαγές. Είναι μια από το 2009 –επαναλαμβάνω – διατυπωμένη ανάγκη των Ενόπλων Δυνάμεων.
Θα κάνουμε το καλύτερο δυνατό ώστε να πετύχουμε την καλύτερη δυνατή συμφωνία, μια συμφωνία που θα ενισχύει σημαντικά την αποτρεπτική ισχύ της Πολεμικής μας Αεροπορίας και των πιλότων της που δίνουν καθημερινά έναν ηρωικό αγώνα για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας.
Θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει καμία διαφορετική θέση και στάση εντός της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Αυτό είναι καθήκον όλων μας να το πράξουμε, να διασφαλίσουμε δηλαδή την αποτρεπτική ικανότητα της Πολεμικής μας Αεροπορίας, την αποτρεπτική ισχύ, ενισχύοντας τη δύναμη της χώρας μας – επαναλαμβάνω – ως δύναμη ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή, διότι αυτό κάνουμε. Αν ανατραπούν οι συσχετισμοί ισχύος, θα μειωθεί η δυνατότητα παρέμβασής μας, προκειμένου να διασφαλίζουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα αλλά και την ειρήνη, τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Σας διαβεβαιώνω ότι αυτό δεν θα συμβεί και ότι η στάση μας θα συνεχίσει να είναι στάση υπευθυνότητας και σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση του ρόλου και του κύρους της χώρας και σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Δευτερολογία του Πρωθυπουργού
Εγώ, κύριε Πρόεδρε, απλά θέλω να χαιρετίσω την μετατόπιση του κ. Θεοδωράκη στη δευτερολογία του σε σχέση με την αρχική του ομιλία. Διότι στη δεύτερη ομιλία του μας είπε ότι εντάξει, δεν είναι ότι τα δώσαμε όλα, ότι τα συμφωνήσαμε όλα, ότι τα παραδώσαμε όλα, όπως ήταν η βασική γραμμή των συγκροτημάτων του Τύπου των fake news στη χώρα, που δεν έχουν καμία σχέση, κύριε Θεοδωράκη, με το 2014.
Υπήρχαν και το 2014 για να στηρίζουν κυβερνήσεις που επέβαλαν την πιο άθλια αντικοινωνική πολιτική, χαρακτηρίζοντας την φιλολαϊκή, που έκαναν την νύχτα μέρα και που σήμερα όταν δεν έχουν τι να πουν, διότι τους αποστομώνουν οι εξελίξεις, ανακαλύπτουν πανούκλα και χολέρα στα νοσοκομεία. Αυτά είναι τα fake news! Δεν θέλω να σηκώσω τους τόνους, με συγχωρείτε, αλλά παρασύρομαι.
Θέλω, λοιπόν, να χαιρετίσω το γεγονός ότι στην πρώτη σας ομιλία ήσασταν σε αυτήν τη γραμμή, στη δεύτερη ομιλία μας είπατε ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε σχέδιο. Έχουμε σχέδιο, κύριε Θεοδωράκη. Με σχέδιο αναβαθμίστηκε ο διεθνής ρόλος και το κύρος της χώρας. Με σχέδιο για τη χώρα αυτή που ήταν ο παρίας, το «μαύρο πρόβατο», που οι ηγέτες μεγάλων και ευρωπαϊκών χωρών δεν ήθελαν ούτε να φωτογραφηθούν δίπλα στους Έλληνες ηγέτες ή που πήγαιναν να χτυπήσουν την πλάτη ή να τους πουν «κάντε τα μαθήματά σας», μέσα σε δυόμισι χρόνια όλοι οι ηγέτες των σημαντικότερων δυνάμεων του πλανήτη έχουν περάσει από την Ελλάδα. Έχω επισκεφθεί εγώ με επίσημες προσκλήσεις τις πρωτεύουσες των χωρών αυτών και αναγνωρίζουν το διεθνή ρόλο της χώρας όχι μόνο ως μιας δύναμης που υπερασπίζεται αξίες, αλλά και ως μιας δύναμης που παίζει ζωτικό ρόλο σε μια ευαίσθητη περιοχή υπερασπιζόμενη την ειρήνη, τη σταθερότητα, τη συνεργασία.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και όποιος δεν θέλει να την δει την πραγματικότητα, προφανώς το κάνει για λόγους επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων, αλλά ο ελληνικός λαός αυτό το αναγνωρίζει.
Θα αναφερθώ τώρα σε δύο-τρία ζητήματα επί της ουσίας και θα κλείσω με αυτό.
Κύριε Θεοδωράκη, ξέρετε, και σε μια συνέντευξη μου τόνισα ότι εγώ δεν πήγα εκεί για να εκπροσωπήσω μια παράταξη, αλλά πήγα ως Έλληνας Πρωθυπουργός, κουβαλώντας τις απόψεις, τις θέσεις, τις αξίες της παράταξης. Δεν τις άφησα στη γωνία. Όλοι γνώριζαν ποιος είμαι όταν πήγα εκεί. Είμαι αυτός που πριν από ένα χρόνο βρέθηκα και στην Αβάνα και εκφώνησα τον επικήδειο του Φιντέλ Κάστρο. Δεν το ξέχασαν αυτοί που με προσκάλεσαν, δεν έπαθαν αμνησία.
Όμως, εκεί βρέθηκα ως ο Έλληνας Πρωθυπουργός που υπερασπίστηκα τα εθνικά συμφέροντα της χώρας. Το αν είναι απτά ή αν δεν είναι απτά αποτελέσματα, ας τα κρίνει ο ελληνικός λαός. Κάποιοι βεβαίως στενοχωριούνται γι’ αυτό. Κάποιοι φαντασιώνονταν ότι θα ζήσουμε νύχτες δεκαπέντε ξανά. Τις φαντασιώθηκαν και στην πρώτη αξιολόγηση και στη δεύτερη. Στην τρίτη πια, μια του κλέφτη δυο του κλέφτη. Κάποιοι στενοχωριούνται που βλέπουν ότι όλοι οι εταίροι μας πια αναγνωρίζουν ότι οι θυσίες δεν πρέπει να πάνε χαμένες και δεν θα πάνε χαμένες.
Η ανεργία έχει μειωθεί 6% από τότε που αναλάβαμε. Είναι πολύ; Λίγο είναι. Διότι κάποιοι άλλοι πριν είχαν φροντίσει να λεηλατήσουν και να την οδηγήσουν από το 8% στο 27%. Χάθηκε ενάμισι εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Μειώσαμε αυτήν την μεγάλη απώλεια. Κερδήθηκαν τετρακόσιες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Χρειάζεται να δώσουμε μάχη και θα δώσουμε μάχη για να βγει η χώρα από την κρίση.
Όμως, γεγονός είναι ότι η χώρα πια ανακτά τον ρόλο της και μπορεί να έχει έναν ισχυρό πλέον ρόλο, ως μια δύναμη σταθερότητας αλλά και μια δύναμη που παίζει ενεργό ρόλο μέσα από τις τριγωνικές συμμαχίες μαζί με την Κύπρο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Παλαιστίνη, μέσα από τον ενεργό μας ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Σύνοδο του Νότου, τις συμμαχίες που έχουμε συγκροτήσει, μέσα από τον ενεργό μας ξανά ρόλο στα Βαλκάνια. Δεν είμαστε του «πεταματού» και της «καρπαζιάς» πια, όσο κι αν κάποιοι αυτό δεν θέλουν να το καταλάβουν.
Το πιο σημαντικό όμως, κύριε Θεοδωράκη, ήταν ότι, όταν εξελέγη ο Πρόεδρος Τραμπ, τα μηνύματα που εξέπεμπε ήταν ότι το ζήτημα του ελληνικού χρέους είναι μια ευρωπαϊκή υπόθεση. «Βρείτε τα εσείς», έλεγε. Ουσιαστικά, με δυο λόγια, άφηνε να εννοηθεί «ας το λύσει ο Σόιμπλε, είναι δικό του θέμα», όταν εννοούσε ευρωπαϊκό θέμα. Και σήμερα έχουμε την εικόνα όχι απλά να επιμένει στην πάγια γραμμή της αμερικανικής διοίκησης που είχαμε γνωρίσει κατά τη διάρκεια της θητείας του Προέδρου Ομπάμα, αλλά να διαβεβαιώνει ότι θα παίξει ρόλο. Τον ενδιαφέρει. Η Ελλάδα είναι ένας σταθερός αξιόπιστος σύμμαχος και δεν είναι μια ευρωπαϊκή υπόθεση. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Τώρα, από κει και πέρα το αν ξεκίνησαν ή δεν ξεκίνησαν οι δουλειές, αν ενισχύθηκαν ή δεν ενισχύθηκαν οι επενδύσεις, κύριε Θεοδωράκη ένα πράγμα θα σας πω: Από τη μια μέρα στην άλλη δεν θα αλλάξουν τα πάντα, αλλά η χώρα αυτή για πέντε συνεχόμενα έτη είχε ύφεση. Κάποια στιγμή έφτασε στο 11%, στο 7%. Χάσαμε το 25% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Φέτος θα κλείσουμε με το νούμερο δύο μπροστά. Κι αν συνεχίσουμε έτσι, πιστεύω ότι και του χρόνου θα μπορέσουμε να διαψεύσουμε θετικά τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη που μπορεί του χρόνου, το 2018, να είναι κοντά στο 3%. Αυτά δεν έγιναν από μόνα τους. Δεν γίνονται από μόνα του αυτά. Βεβαίως, υπάρχει το θηρίο της γραφειοκρατίας. Η μάχη που πρέπει να δώσουμε με τα αυτονόητα πολλές φορές σε αυτόν τον τόπο. Όμως, δεν έγιναν από μόνα τους όλα αυτά. Η μετατόπιση από τις σκληρές μέρες του 2012, του 2013, του 2015 στις σημερινές μέρες, που ξανά αχνοφέγγει μια ελπίδα εξόδου, ανάτασης δεν έγινε από μόνη της.
Βεβαίως, ο ρόλος σας είναι να ασκείτε αντιπολίτευση. Το αποδέχομαι και νομίζω ότι ασκείτε σε μεγάλο βαθμό και καλοπροαίρετη αντιπολίτευση. Όμως, θα πρέπει να μην ταυτίζεστε κι εσείς με το μπλοκ εκείνο που καθοδηγείται από τα συγκροτήματα των fake news. Διότι ο ελληνικός λαός κρίνει και θα κρίνει όλους μας και τα λάθη μας, αλλά και τις επιτυχίες μας, όταν έρθει η ώρα.
Κλείνω, λοιπόν, λέγοντας, κύριε Θεοδωράκη, ότι για πρώτη φορά υπάρχει όχι μονάχα η δυνατότητα εξόδου, αλλά και η δυνατότητα ενίσχυσης του ρόλου της χώρας σε διεθνές επίπεδο.
Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει να το χαίρεται μονάχα η ελληνική Κυβέρνηση. Αφορά όλους τους Έλληνες και όλα τα κόμματα ανεξαιρέτως.
Είναι μία σημαντική επιτυχία και εμείς θα συνεχίσουμε αυτή την υπεύθυνη προσπάθεια, προκειμένου, όχι μόνο η χώρα να αφήσει πίσω της ολοκληρωτικά την επτάχρονη κρίση, αλλά να αφήσει πίσω της και το μοντέλο που μας οδήγησε σε αυτή, το μοντέλο που έχει να κάνει, όχι μόνο με τη στρεβλή παραγωγική διαδικασία, το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο, αλλά και το μοντέλο της διαφθοράς, το μοντέλο της διαπλοκής, το μοντέλο της διασπάθισης δημόσιου χρήματος, ιδιαίτερα στα εξοπλιστικά.
Όλοι γνωρίζουμε σε αυτόν τον τόπο ότι, όταν κάποιοι μας έβαζαν με πλαστά στοιχεία στην ΟΝΕ, κάποιοι στην Ευρώπη έκαναν τα «στραβά μάτια», ακριβώς γιατί τότε υπήρχαν «αγορές του αιώνα», όχι τώρα. Και επειδή ήξεραν ότι δεν έχουμε τα χρήματα να τα πληρώσουμε, μας έδιναν δάνεια από τις τράπεζές τους για να ξεπληρώσουμε τα εξοπλιστικά και τις «αγορές του αιώνα» και τις μίζες. Πολλά από αυτά έρχονται στη Βουλή και θα έρθουν και άλλα, δυστυχώς. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αυτές τις εποχές, λοιπόν, πρέπει να αφήσουμε πίσω, όχι μόνο την κρίση, τις εποχές της διαπλοκής, της διαφθοράς, της μίζας, τα στρεβλά που μας οδήγησαν στην κρίση. Και θέλει συλλογική προσπάθεια για να το καταφέρουμε αυτό.
Ελπίζω να είστε, με την ευρύτερη έννοια, σε αυτή την συλλογική προσπάθεια με το σωστό μέρος, με τη σωστή μεριά, στη σωστή όχθη του ποταμιού, όπως λέτε και εσείς.
Σας ευχαριστώ.
Ευχαριστώ και τον κ. Θεοδωράκη που μου δίνει την ευκαιρία να απευθυνθώ στο Σώμα της Εθνικής Αντιπροσωπείας και να απαντήσω σε μια πραγματικά επίκαιρη ερώτηση.
Αυτό που με κάνει να αναρωτιέμαι κάποιες φορές είναι γιατί ορισμένοι άλλοι που αφήνουν διαρροές, σπέρνουν σκόνη δεξιά και αριστερά, μετά κρύβονται και δεν έρχονται στη Βουλή να θέσουν τα ερωτήματα αυτά. Θέτουν για άλλα θέματα επίκαιρες ερωτήσεις.
Ο κ. Θεοδωράκης έθεσε τα θέματα, αν και από ό,τι κατάλαβα από την ομιλία του μάλλον ενημερώνεται μονόπλευρα από τα μέσα της διαπλοκής και των fake news. Μου δίνει πραγματικά – και τον ευχαριστώ – την ευκαιρία, γιατί θεωρώ ότι καλοπροαίρετα θέτει τα ζητήματα αυτά, να δώσω ορισμένες απαντήσεις. Γιατί ορισμένοι φαίνεται ότι είτε δεν έχουν κατανοήσει επαρκώς – και αυτό είναι το λιγότερο κακό – είτε, ακόμη χειρότερα, δεν θέλουν να κατανοήσουν, διότι αυτό εξυπηρετεί κάποιους συγκεκριμένους αντιπολιτευτικούς σκοπούς.
Όμως, στα θέματα αυτά, στα θέματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική και την εθνική ασφάλεια της χώρας, δεν χωρούν, κατά την εκτίμησή μου, μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Επειδή το ζητούμενο, όταν συζητάμε σε αυτή την Αίθουσα για τα θέματα αυτά είναι να έχουμε ως βασική αρχή την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, θέλω να αναφερθώ, πριν απαντήσω ένα προς ένα τα ερωτήματα που έθεσε ο κ. Θεοδωράκης, σε αυτά που αποκομίσαμε από την επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Να αναφερθώ δηλαδή, αν θέλετε, στα απτά αποτελέσματα, στα πραγματικά γεγονότα και – για να χρησιμοποιήσω και την ορολογία που αποκομίσαμε από το ταξίδι – στα facts και όχι στα fake news, της δήθεν αγοράς του αιώνα. Ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων αεροσκαφών είναι η αγορά του αιώνα!
Έρχομαι, λοιπόν, στα απτά αποτελέσματα. Απτό αποτέλεσμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά ακούσαμε τον νέο Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών –που ορισμένοι όταν εξελέγη διέδιδαν ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να ασχοληθεί με το ζήτημα του χρέους ή με τα ελληνικά ζητήματα αλλά, αντιθέτως, θα αλλάξει πλήρως τη γραμμή των Ηνωμένων Πολιτειών στα θέματα αυτά – να μιλάει δημόσια για την ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους και, στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες, να δεσμεύεται για πρωτοβουλίες στενής παρακολούθησης του θέματος αυτού.
Απτό αποτέλεσμα ήταν το γεγονός ότι για πρώτη φορά δημόσια ο Αμερικανός Πρόεδρος τόνισε ότι η ελληνική οικονομία στέκεται στα πόδια της – όχι «θα βγει από την κρίση», στέκεται στα πόδια της – βγήκε από την κρίση και ενεθάρρυνε τους Αμερικανούς επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Απτό αποτέλεσμα είναι η σύσταση ομάδας εργασίας μεταξύ των Υπουργών Οικονομίας μας για την προώθηση συγκεκριμένων επενδύσεων στην Ελλάδα, όπως και το γεγονός ότι αναγνωρίστηκαν οι δυνατότητες της χώρας να καταστεί κόμβος ενέργειας μεταφορών και τηλεπικοινωνιών μεταξύ τριών ηπείρων.
Απτό αποτέλεσμα είναι η ανακοίνωση για την κατασκευή του λεγόμενου FSRU, της πλωτής πλατφόρμας για LNG, για υγροποιημένο αέριο στην Αλεξανδρούπολη και για αγορά ποσοτήτων LNG, με την προοπτική, βέβαια, να είμαστε η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη, η οποία ανοίγει τις πόρτες της μεσομακροπρόθεσμα στην εισαγωγή σχιστολιθικού αερίου, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως ενός κόμβου ενεργειακού, καθώς όλοι οι σημαντικοί ενεργειακοί δρόμοι του μέλλοντος θα περνούν από τη χώρα μας.
Απτό αποτέλεσμα είναι το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, το γεγονός ότι η επόμενη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, στην οποία τιμώμενη χώρα – μετά τη Ρωσία πρόπερσι και την Κίνα πέρυσι – θα είναι την επόμενη χρονιά οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, θα αποτελέσει σημείο καμπής για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στους τομείς της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών.
Απτό αποτέλεσμα είναι οι συνομιλίες που κάναμε για άλλες σημαντικές, στρατηγικής σημασίας, επενδύσεις στον τομέα των οπτικών ινών, των ναυπηγείων και των υποδομών.
Απτό αποτέλεσμα είναι η αναγνώριση από όλους τους συνομιλητές μας του ρόλου που διαδραματίζει η Ελλάδα, ως πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας, σε μία από τις πιο ευαίσθητες, τις πιο σημαντικές, αλλά ταυτόχρονα και από τις πιο ασταθείς περιοχές του πλανήτη μας, γεγονός που επιβεβαιώθηκε τόσο στις συνομιλίες του Υπουργού Εσωτερικών με τον Πρόεδρο, τον επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και στις επαφές των Υπουργών Άμυνας των δύο χωρών. Και σε αυτό το πλαίσιο βασίστηκε και η απόφαση για υποστήριξη της Ελλάδας από τις Ηνωμένες Πολιτείες τόσο σε διπλωματικό επίπεδο όσο, όμως, και στον αμυντικό τομέα.
Και τέλος, απτό αποτέλεσμα, τόσο απτό που το είδαμε – είδαμε τα αποτελέσματα μόλις μέσα σε μια εβδομάδα – ήταν η διαβεβαίωση από πλευράς της Διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι η ελληνική οικονομία πέρασε τον κάβο, ότι δεν απαιτούνται νέα μέτρα, σε αντίθεση με όσα φαντασιώνονταν πολλοί εδώ στην Ελλάδα και τα πρωτοσέλιδα του Τύπου –που, δυστυχώς, και εσείς, κύριε Θεοδωράκη, αυτόν διαβάζετε, αλλά πρέπει να ενημερώνεστε και από αλλού- και ότι όχι μόνο δεν ζητάνε νέα μέτρα, αλλά τη διαβεβαίωση ότι θα κρατήσουν μία εποικοδομητική στάση στις διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση.
Αυτά, λοιπόν, είναι τα πολύ σημαντικά και απτά αποτελέσματα της επίσκεψης. Και δεν είναι φωτογραφίες, όπως κάποιοι έσπευσαν να πουν. Έχω αρκετές άλλωστε. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχα την ευχέρεια να βγάλω πολλές φωτογραφίες με τους σημαντικότερους ηγέτες του πλανήτη, δεν χρειάζομαι άλλες.
Αυτά τα απτά αποτελέσματα, τα οποία όμως, δυστυχώς, εδώ στην Ελλάδα ορισμένοι όχι μόνο – και είναι δικαίωμά τους – δεν θέλουν να τα αναγνωρίσουν, αλλά είχαν εκ προοιμίου έτοιμο το πόρισμα της αποτυχίας αυτής της πολύ σημαντικής επίσκεψης, όχι πριν κατέβω τα σκαλιά του αεροπλάνου, αλλά πριν τα ανέβω αυτά για να φύγω. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αλλά είναι λογικό, για ορισμένους, εάν το κριτήριο είναι οι εποχές όπου ο κ. Παπανδρέου ο νεότερος ή ο κ. Σαμαράς επισκέπτονταν τις Ηνωμένες Πολιτείες, τότε που η Ελλάδα, δυστυχώς, λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της τρομακτικής αυτής κρίσης είχε τον ρόλο του παρία, το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης, και οι ηγέτες της χώρας, δυστυχώς, πάσχιζαν να μπουν, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, σε ένα φωτογραφικό κάδρο.
Αυτές οι εποχές ευτυχώς άλλαξαν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Η Ελλάδα ανακτά το κύρος της, διεκδικεί, αναγνωρίζεται ο ρόλος της, αναβαθμίζεται η θέση της διεθνώς. Δεν παρακαλεί για μια καλή κουβέντα, ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Μπορεί στην οικονομία -γιατί η καταστροφή ήταν μεγάλη- να χρειαστεί περισσότερος χρόνος και προσπάθεια για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος από τη ζημιά που προκάλεσαν οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, όμως στην εξωτερική πολιτική μέσα σε δυόμισι χρόνια την εικόνα της χώρας διεθνώς έχουμε ήδη καταφέρει να την αναστρέψουμε πλήρως, την εικόνα του παθητικού δέκτη και παρατηρητή των εξελίξεων, την οποία επέβαλαν, δυστυχώς, οι κυβερνήσεις της κρίσης. Με μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική η χώρα αναβαθμίζει τον ρόλο της, χτίζει συμμαχίες, αξιοποιεί τα πολύ σημαντικά γεωστρατηγικά της πλεονεκτήματα.
Να μπω τώρα στην ουσία της ερώτησής σας, κύριε Θεοδωράκη. Ακριβώς με τον ίδιο υπεύθυνο τρόπο που ενεργούμε στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αναβαθμίζοντας το κύρος της χώρας, ενεργούμε και στα ζητήματα που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας. Η χώρα μπορεί να βρίσκεται σε ένα περιοριστικό πλαίσιο – το αφήνει πίσω της μέρα με τη μέρα, βγαίνουμε από την κρίση – όμως αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό θα έχει και κόστος και μάλιστα αναντίστρεπτο στην αποτρεπτική ικανότητα των Ενόπλων Δυνάμεων για την υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και βεβαίως, για τη διατήρηση των ισορροπιών, κάτι που στην ουσία σημαίνει τη διατήρηση της σταθερότητας και της ειρήνης. Γιατί η Ελλάδα είναι μια δύναμη ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.
Εμείς, λοιπόν, εργαζόμαστε με συνέπεια όχι μόνο για τη διατήρηση του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και για την ενίσχυσή του. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, το επόμενο διάστημα σχεδιάζουμε να ανακοινώσουμε το ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανασυγκρότηση του στρατεύματος. Η βάση αυτού του σχεδίου είναι να δημιουργήσουμε τον πιο σύγχρονο στρατό, καθώς και διαθεσιμότητα δυνάμεων εκεί που πιθανολογούμε απειλές. Από την άποψη του εξοπλισμού, επιδίωξη είναι το πώς θα μπορούμε να συντηρούμε και να αναβαθμίζουμε με τον καλύτερο τρόπο το υπάρχον υλικό και ποιες στοχευμένες πλέον αγορές πρέπει να κάνουμε. Η κίνηση αυτή είναι αναγκαία, διότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο που οι προκλήσεις είναι πολλές και η εγρήγορσή μας πρέπει να είναι διαρκής.
Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, έχει τεθεί στο τραπέζι – όχι τώρα, αλλά εδώ και οκτώ χρόνια, από το 2009 – από την πλευρά της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Και μπορεί, προφανώς, κάποιοι εξ ημών, που δεν ασχολούμεθα ιδιαίτερα με τα εξοπλιστικά θέματα, με τα ζητήματα άμυνας, να μην το γνωρίζουμε – δεν δικαιούστε, κύριε Θεοδωράκη, να το γνωρίζετε εσείς – όσοι, όμως, συμμετέχουν στις Επιτροπές της Βουλής, στην Επιτροπή Άμυνας, και προφανώς όσοι κυβέρνησαν τον τόπο το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά. Και θέλω να τονίσω για άλλη μια φορά ότι δεν μιλάμε για αγορά νέων. Μιλάμε για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων μαχητικών αεροσκαφών. Αυτό είναι ένα θέμα που, βεβαίως, όχι μόνο έχει τεθεί εδώ και πολύ καιρό, αλλά έχει συζητηθεί και επαρκώς στην Επιτροπή.
Να ξεκαθαρίσω, λοιπόν, τα πράγματα. Πρέπει να εξετάσουμε τρία ζητήματα: Το πρώτο ζήτημα είναι η απάντηση που πρέπει να δώσουμε στο ερώτημα εάν αυτή η αναβάθμιση είναι αναγκαία, το δεύτερο, αν είναι οικονομικά συμφέρουσα και το τρίτο, αν ακολουθήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες όσον αφορά την ενημέρωση του Κοινοβουλίου.
Ξεκινώ από το πρώτο και θα αφήσω σε αυτό το κομμάτι εκτός τα πολιτικά επιχειρήματα. Θα αναφερθώ μόνο σε αυτά που προέρχονται από τους αρμόδιους, αυτούς δηλαδή που γνωρίζουν καλύτερα από τον κάθε άλλον τις ανάγκες που έχουν οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Αναφέρθηκα πριν στο επιτακτικό αίτημα της ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων το 2009. Ο λόγος είναι τόσο προφανής όσο και απλός. Έχει να κάνει με τη σταδιακή παλαιότητα του στόλου και των συστημάτων των αεροσκαφών. Ο κίνδυνος πλέον είναι ότι εάν δεν δράσουμε τώρα, μπορεί να φτάσουμε στο σημείο, μέσα στην επόμενη πενταετία, λόγω της απόσυρσης των περισσότερων μαχητικών αεροσκαφών, η Πολεμική μας Αεροπορία να χάσει ένα πολύ σημαντικό μέρος της αποτρεπτικής της ισχύος.
Επομένως, δεδομένων και των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας, έχει κριθεί όχι από την Κυβέρνηση, επαναλαμβάνω, αλλά από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ότι είναι αναγκαία η αναβάθμιση του στόλου τώρα, χθες μάλλον, ενσωματώνοντας στα υπάρχοντα αεροσκάφη νέες τεχνολογίες, ώστε να είναι, όπως λένε, διαλειτουργικά με τα μαχητικά πέμπτης γενιάς.
Άρα, εδώ οι επιλογές που έχουμε είναι δύο: Ή να εισακούσουμε τις επανειλημμένες συστάσεις των αξιωματικών και των στελεχών της Πολεμικής Αεροπορίας, που έχουν τη γνώση και την εμπειρία στο θέμα, ή να τις αγνοήσουμε για λόγους αποκλειστικά πολιτικής σκοπιμότητας. Και η επιλογή η δική μας, φαντάζομαι και κάθε άλλης κυβέρνησης που θα έχει στοιχειώδη αίσθηση της ευθύνης, είναι προφανώς η πρώτη.
Πάμε τώρα στο δεύτερο σημείο, γιατί, αν κατάλαβα καλά, δεν αμφισβητήσατε ούτε εσείς, κύριε Θεοδωράκη, την αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού. Το δεύτερο σημείο είναι κατά πόσο είναι οικονομικά συμφέρουσα αυτή η επιλογή της αναβάθμισης του εκσυγχρονισμού των F-16. Ας ξεκινήσω με το αυτονόητο, που έχει να κάνει με το ότι το κόστος της αναβάθμισης των μαχητικών θα ενταχθεί στην ήδη υπάρχουσα δαπάνη, προϋπολογισμένη δαπάνη, που έχει κατατεθεί και στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα εδώ στη Βουλή, για τους εξοπλισμούς του Υπουργείου Άμυνας. Δεν μιλάμε για νέα δαπάνη, άρα ούτε για πρόσθετα βάρη, ούτε για έκτακτες δαπάνες, ούτε για τίποτα απ’ όλα αυτά τα ευφάνταστα που γράφτηκαν αυθαίρετα και αυθαίρετα, επίσης, αναπαράχθηκαν από μέσα ενημέρωσης και πολιτικές δυνάμεις.
Επίσης, είναι σαφής η θέση της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, ότι λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας στον εξοπλισμό των αεροσκαφών καθίσταται αβέβαιη ή ακόμα και αδύνατη η πιθανότητα αναβάθμισης των μαχητικών στο μέλλον και ότι, αν την αφήσουμε για το μέλλον, σίγουρα θα είναι πολύ ακριβότερη.
Ας δούμε, όμως, λίγο τους αριθμούς και θα μου επιτραπεί, κύριε Πρόεδρε, λίγος χρόνος παραπάνω. Στάλθηκε, λοιπόν, από την ελληνική πλευρά, από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ένα, όπως το λένε, letter of request, το οποίο απευθύνεται στην αμερικανική κυβέρνηση και στο οποίο, στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας ανάμεσα στις δύο χώρες -έτσι γίνεται πάντα-, ζητήθηκε μια τιμή προσφοράς για την αναβάθμιση του συνόλου του στόλου ή μέρους του στόλου των F-16. Η πληροφόρηση που ετέθη υπόψη του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας από την αμερικανική πλευρά είναι ότι η επίσημη απάντηση, η επίσημη επιστολή αναμένεται τις επόμενες μέρες.
Σας διαβεβαιώνω ότι, με το που θα έλθει στο Υπουργείο Άμυνας, θα τεθεί υπόψη της Επιτροπής Εξοπλισμών, όπου θα υπάρχει βεβαίως η απάντηση από την αμερικανική πλευρά σχετικά με τις τιμές και την ακριβή περιγραφή της αναβάθμισης των F-16.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες μάθαμε το περιεχόμενο αυτής της επιστολής. Δεν έχει έλθει επισήμως. Αναμένεται την επόμενη εβδομάδα και, αν δεν κάνω λάθος, στις 3 Νοεμβρίου θα τεθεί υπόψη και της Επιτροπής.
Το σύνολο των αεροσκαφών για το οποίο ζητήθηκε το letter of request που στείλαμε, το σύνολο των αεροσκαφών το οποίο εντάχθηκε μέσα σ’ αυτό το letter of request ήταν εκατόν είκοσι τρία αεροσκάφη, για τα οποία η αμερικανική πλευρά, έτσι όπως άλλωστε προβλέπεται σε τέτοιου είδους διαδικασίες, ζήτησε από το Κογκρέσο μια έγκριση –επαναλαμβάνω- για το σύνολο των αεροσκαφών, για τα 123, προκειμένου να προχωρήσει σε διαπραγμάτευση. Η έγκριση που ζητήθηκε από το Κογκρέσο για το σύνολο των 123 αεροσκαφών ανέρχεται στα 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια ή περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Εδώ, λοιπόν, στήθηκε η επικοινωνιακή σπέκουλα από κάποιους που, είτε από άγνοια είτε από δόλο, μίλησαν για συμφωνία 2,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για συμφωνία πάνω από 2 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Πρώτα απ’ όλα, δεν υπάρχει συμφωνία. Να συνεννοηθούμε. Υπάρχει αίτημα και διαπραγμάτευση. Το Αμερικανικό Κογκρέσο πάντοτε σε τέτοιες περιπτώσεις τι κάνει; Εγκρίνει το ανώτατο ποσό που μπορεί να φτάσει η συμφωνία. Το ανώτατο ποσό, λοιπόν, μας λέει ότι είναι περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Στην περίπτωσή μας το ποσό το οποίο μπορεί να διαθέσει η Ελλάδα και έχουμε καταστήσει σαφές στις μεταξύ μας διαπραγματεύσεις, προκειμένου να εντάσσεται η εξοπλιστική δαπάνη μέσα στο πλαίσιο της προϋπολογισθείσας δαπάνης και από το μεσοπρόθεσμο των εξοπλιστικών μας δαπανών, για να μην υπερβούμε δηλαδή ούτε κατά ένα ευρώ αυτές τις δυνατότητες που έχουμε, το δικό μας «ταβάνι» είναι τα 1,1 δισεκατομμύρια ευρώ. Τόσο απλά.
Μάλιστα, η συζήτηση που διεξάγεται και οι διαβεβαιώσεις που έχουμε είναι για μια δαπάνη σε βάθος δεκαετίας, που σημαίνει περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, ακριβώς για να είμαστε απολύτως εντός των ήδη προϋπολογισθέντων δαπανών. Αυτή είναι η αγορά του αιώνα που κάναμε και οι δαπάνες και οι σπατάλες.
Να σας επισημάνω και κάτι ακόμα: Αυτή δεν είναι μια καινούργια πρακτική. Έχει συμβεί στο παρελθόν σε ανάλογη συμφωνία. Πολλές φορές υπάρχει μια διακρατική συμφωνία που ορίζει τους όρους μιας αγοράς ή ενός εκσυγχρονισμού. Θα έπρεπε να το θυμούνται αυτό οι συνάδελφοι της Νέας Δημοκρατίας, όχι εσείς. Η πιο πρόσφατη ήταν η συμφωνία επί υπουργίας του κ. Σπηλιωτόπουλου, που αφορούσε την παραλαβή F-16 με ανώτατο όριο κοστολόγησης από το Κογκρέσο τότε τα 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια, που τελικά αυτό που δώσαμε ήταν 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Δεν είναι, δηλαδή, κάτι το οποίο συμβαίνει για πρώτη φορά. Το γνωρίζαμε.
Το βασικότερο όλων όμως – επαναλαμβάνω – είναι ότι αυτήν τη στιγμή ακόμα δεν έχουμε συμφωνία. Έχουμε διαπραγμάτευση. Θα λάβουμε επίσημα την προσφορά, θα ενημερωθεί η Βουλή, όπως προείπα, θα αξιολογηθεί από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων και έπειτα θα μπούμε και στην τελική διαπραγμάτευση για το τελικό ποσό της συμφωνίας.
Γνωρίζουν όσοι έχουν γνώση τέτοιου είδους αμυντικών συμφωνιών ότι ένα μέρος του συνολικού ποσού αφορά και στα λεγόμενα αντισταθμιστικά οφέλη.
Επιτρέψτε μου σ’ αυτό το σημείο να κάνω μια παρατήρηση: Τα λεγόμενα αντισταθμιστικά οφέλη από τη σύγχρονη εμπειρία που έχουμε, την οδυνηρή εμπειρία, μόνο κατ’ ελάχιστον έχουν δικαιολογήσει τον τίτλο τους.
Δυστυχώς, μονάχα ένα μικρό μέρος τους αξιοποιήθηκε για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, ενώ σε πάρα πολλές περιπτώσεις, δυστυχώς, ούτε καν υλοποιήθηκαν.
Αυτό που συνέβη κατά κανόνα είναι ότι μέσα από την κερκόπορτα των αντισταθμιστικών ωφελημάτων διακινήθηκαν μίζες, στήθηκαν μηχανισμοί διασπάθισης του δημόσιου χρήματος, γιγαντώθηκαν κυκλώματα διαπλοκής. Είναι γνωστή η αμαρτωλή ιστορία στην οποία πρωταγωνίστησαν στελέχη κυβερνήσεων των κομμάτων που σήμερα βρίσκονται στα έδρανα της αντιπολίτευσης και μας κουνάνε και το δάχτυλο και μιλούν για «αγορές του αιώνα».
Θέλω, λοιπόν, εδώ να είμαι ξεκάθαρος. Δεν πρόκειται να συμπεριλάβουμε στην εν λόγω συμφωνία και σε κάθε συμφωνία που ενδεχομένως εμείς να προβούμε στο μέλλον, αντισταθμιστικά οφέλη.
Τα λάθη του παρελθόντος εμείς δεν θα τα κάνουμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Αφήνω μονάχα μια πιθανότητα εξαίρεσης σε ό,τι αφορά την ΕΑΒ, αλλά και εκεί απτά, συγκεκριμένα και σαφώς κοστολογημένα ωφελήματα υπό κατασκευής έργου για να συντηρηθεί η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία. Αλλά ΑΩ, αντισταθμιστικά ωφελήματα σε λογισμικό ή σε απροσδιόριστες γκρίζες περιοχές, προκειμένου κάποιοι να παίρνουν μίζες ή να κάνουν μπίζνες – διότι αυτό συνέβη στο παρελθόν – όσο εμείς είμαστε Κυβέρνηση δεν θα υπάρξει.
Αντί αορίστων, λοιπόν, ωφελημάτων, εμείς θα διεκδικήσουμε σε κάθε προσπάθεια, σε κάθε συμφωνία, και στην επικείμενη, τη μεγαλύτερη δυνατή μείωση του κόστους, γιατί εμείς τιμούμε και το τελευταίο ευρώ του Έλληνα φορολογούμενου που κατευθύνεται για τη θωράκιση της αμυντικής και αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Και τώρα να απαντήσω στο τρίτο ζήτημα, κατά πόσο τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες διαδικασίες ενημέρωσης της Βουλής για το ζήτημα της αναβάθμισης. Στις 20 Σεπτέμβρη, σχεδόν έναν μήνα πριν την επίσκεψη στις ΗΠΑ, ο Υπουργός Άμυνας και οι επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ο Αρχηγός Αεροπορίας, ήρθαν εδώ στη Βουλή. Ενημέρωσαν αναλυτικά την Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων για το ζήτημα της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας. Αναλυτικότητα! Έχω τα Πρακτικά. Δεν τα καταθέτω, διότι όλοι έχετε πρόσβαση σε αυτά και γνωρίζετε ότι είναι απόρρητα θέματα αυτά. Γι’ αυτό και δεν έχει νόημα να επεκταθούμε περαιτέρω.
Το θέτω, όμως, εν γνώσει σας, διότι είναι μεγάλη υποκρισία, και άδικο αλλά και φαιδρό –δεν αναφέρομαι σε εσάς, κύριε Θεοδωράκη, αλλά αναφέρομαι στις διαρροές που έγιναν από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας- ότι μάλιστα πρόκειται για παράκαμψη των διαδικασιών, για μεγάλη σπατάλη, για αγορά του αιώνα και ότι θα μας φέρουν στη Βουλή. Βεβαίως, σιγήν ιχθύος. Πράγματι, πρόκειται για φαιδρότητα, όχι μόνο γιατί υπήρξε σαφής ενημέρωση, αλλά και σαφής τοποθέτηση του Αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας στην Επιτροπή σε σχέση με το εάν είναι αναγκαίο ή όχι.
Βεβαίως, δεν ξέρω εάν υπάρχουν άλλου είδους εσωτερικά ζητήματα στη Νέα Δημοκρατία και αλλάζουν οι υπεύθυνοι και μπορεί κάποια στελέχη να έχουν κόψει και την καλημέρα μεταξύ τους, αλλά αυτός δεν είναι λόγος σε αυτά τα σοβαρά ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια της χώρας, να παίζουμε παιχνίδια.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπάρχει και το θέμα της Σούδας. Κύριε Θεοδωράκη, έχω την αίσθηση ότι στήθηκε ένας μύθος – όχι από σας, αλλά από μερίδα των μέσων μαζικής ενημέρωσης – μιας δήθεν μαμούθ συμφωνίας που περιλαμβάνει τη Σούδα. Δεν απαντούσαμε γιατί δεν έχει κανένα νόημα να απαντάμε. Επί μέρες το κεντρικό θέμα για το οποίο θα πηγαίναμε εμείς στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η Σούδα, η επέκταση, η αναβάθμιση, η εξέλιξη και τώρα μας ζητάτε να απολογηθούμε κιόλας διότι δεν υλοποιήσαμε τον μύθο που κάποιοι στήσανε!
Κύριε Θεοδωράκη, θα έπρεπε να γνωρίζετε ότι η ετήσια ανανέωση της Σούδας γίνεται εδώ και περίπου έντεκα χρόνια. Από τις κυβερνήσεις Καραμανλή ξεκίνησε και όλες οι μετέπειτα -και οι δικές μας- ανανεώνουν, επεκτείνουν, κατά έναν χρόνο τη συμφωνία διευκολύνσεων που έχει η χώρα μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, σε ό,τι αφορά τη βάση της Σούδας.
Αναφέρθηκα, πράγματι, στη σημασία της Σούδας και στην ανάγκη να δούμε προοπτικά μια πιθανότητα αναβάθμισης του ρόλου της που θα αφορά όμως, κατά τη δική μου εκτίμηση –και βεβαίως αυτό δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να συζητηθεί στο πόδι, αλλά θέλει ουσιαστική συζήτηση και στις επιτροπές- την αναβάθμιση και του ρόλου των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων στη βάση της Σούδας.
Είναι μια εξαιρετικής γεωστρατηγικής σημασίας τοποθεσία. Ο στόλος του Πολεμικού μας Ναυτικού βρίσκεται στο σύνολό του, όπως όλοι γνωρίζουμε, στη Σαλαμίνα. Μια πιθανή μελλοντική αναβάθμιση μάς αφορά κι εμάς. Αλλά το να πάμε σε μια λογική διαπραγμάτευσης σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση για αεροσκάφη είναι κάτι για το οποίο δεν είχα κάνει πρωτίστως καμία –αν θέλετε- διαβούλευση ούτε εγώ ούτε ο Υπουργός ή ο Αναπληρωτής Υπουργός στις αρμόδιες επιτροπές. Είναι ένα θέμα που ούτε στο ΚΥΣΕΑ συζητήθηκε.
Συνεπώς, δεν μπορώ να απαντώ γιατί δεν έθεσα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης κάτι το οποίο δεν μας απασχόλησε εκτενώς. Ίσως είναι μια ιδέα σας. Να την καταθέσετε και να τη συζητήσουμε, αλλά τέτοιου είδους σοβαρά και γεωστρατηγικού χαρακτήρα ζητήματα δεν μπορεί να κατατίθενται με μία προχειρότητα.
Βεβαίως, η ιδέα σας για Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας είναι μια ιδέα που κατά καιρούς κι εγώ έχω πει και αξίζει τον κόπο να τη συζητήσουμε. Δεν είναι ώριμη ακόμα, κατά τη δική μου εκτίμηση. Εν τούτοις, σ’ αυτό που απολύτως θα συμφωνήσω μαζί σας είναι ότι στα ζητήματα αυτά πράγματι χρειάζεται ενημέρωση, συνεννόηση και ευρύτατες συναινέσεις, όπου αυτό μπορεί να επιτευχθεί, βεβαίως.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που δεν χρειάζεται είναι επιπολαιότητα, ανευθυνότητα και μικροκομματική σκοπιμότητα.
Εμείς, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στη χώρα διαχειριζόμαστε τα ζητήματα αυτά. Εκτιμώ ότι η στάση που επέδειξε για μια ακόμη φορά η Αξιωματική Αντιπολίτευση ήταν στάση ανεύθυνη. Πρώτα, σήκωσε κουρνιαχτό για υπόνοιες περί δήθεν αγοράς του αιώνα, για σκοτεινές διαδρομές και συμφωνίες, στη συνέχεια έριξε σιγή ασυρμάτου και, όταν κατάλαβε το λάθος, σταμάτησε να αναφέρεται στο θέμα. Θέλω να πιστεύω ότι το έκανε, επειδή κατάλαβε το λάθος και όχι επειδή κάποιοι τράβηξαν το αυτί. Και το λέω αυτό, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι, πέραν των αγαθών προθέσεων όλων μας, τα θέματα αυτά λειτουργούν και κυκλοφορούν στους διαδρόμους και διάφοροι που έχουν ή εκπροσωπούν συμφέροντα και φωτογραφίζονται δεξιά και αριστερά με εκπροσώπους κομμάτων σε εκδηλώσεις. Καλά, μια φωτογραφία δεν είναι πρόβλημα. Πρόβλημα είναι όταν μεταφέρουν και τις θέσεις τους.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, κύριε Θεοδωράκη, η υπόθεση της αναβάθμισης των F-16 δεν προέκυψε ούτε ως αντάλλαγμα σε κάποιον ούτε προέκυψε την περασμένη εβδομάδα -είναι ένα χρόνιο αίτημα- ούτε κρύβει σκοτεινές συναλλαγές. Είναι μια από το 2009 –επαναλαμβάνω – διατυπωμένη ανάγκη των Ενόπλων Δυνάμεων.
Θα κάνουμε το καλύτερο δυνατό ώστε να πετύχουμε την καλύτερη δυνατή συμφωνία, μια συμφωνία που θα ενισχύει σημαντικά την αποτρεπτική ισχύ της Πολεμικής μας Αεροπορίας και των πιλότων της που δίνουν καθημερινά έναν ηρωικό αγώνα για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας.
Θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει καμία διαφορετική θέση και στάση εντός της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Αυτό είναι καθήκον όλων μας να το πράξουμε, να διασφαλίσουμε δηλαδή την αποτρεπτική ικανότητα της Πολεμικής μας Αεροπορίας, την αποτρεπτική ισχύ, ενισχύοντας τη δύναμη της χώρας μας – επαναλαμβάνω – ως δύναμη ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή, διότι αυτό κάνουμε. Αν ανατραπούν οι συσχετισμοί ισχύος, θα μειωθεί η δυνατότητα παρέμβασής μας, προκειμένου να διασφαλίζουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα αλλά και την ειρήνη, τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή.
Σας διαβεβαιώνω ότι αυτό δεν θα συμβεί και ότι η στάση μας θα συνεχίσει να είναι στάση υπευθυνότητας και σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση του ρόλου και του κύρους της χώρας και σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Δευτερολογία του Πρωθυπουργού
Εγώ, κύριε Πρόεδρε, απλά θέλω να χαιρετίσω την μετατόπιση του κ. Θεοδωράκη στη δευτερολογία του σε σχέση με την αρχική του ομιλία. Διότι στη δεύτερη ομιλία του μας είπε ότι εντάξει, δεν είναι ότι τα δώσαμε όλα, ότι τα συμφωνήσαμε όλα, ότι τα παραδώσαμε όλα, όπως ήταν η βασική γραμμή των συγκροτημάτων του Τύπου των fake news στη χώρα, που δεν έχουν καμία σχέση, κύριε Θεοδωράκη, με το 2014.
Υπήρχαν και το 2014 για να στηρίζουν κυβερνήσεις που επέβαλαν την πιο άθλια αντικοινωνική πολιτική, χαρακτηρίζοντας την φιλολαϊκή, που έκαναν την νύχτα μέρα και που σήμερα όταν δεν έχουν τι να πουν, διότι τους αποστομώνουν οι εξελίξεις, ανακαλύπτουν πανούκλα και χολέρα στα νοσοκομεία. Αυτά είναι τα fake news! Δεν θέλω να σηκώσω τους τόνους, με συγχωρείτε, αλλά παρασύρομαι.
Θέλω, λοιπόν, να χαιρετίσω το γεγονός ότι στην πρώτη σας ομιλία ήσασταν σε αυτήν τη γραμμή, στη δεύτερη ομιλία μας είπατε ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε σχέδιο. Έχουμε σχέδιο, κύριε Θεοδωράκη. Με σχέδιο αναβαθμίστηκε ο διεθνής ρόλος και το κύρος της χώρας. Με σχέδιο για τη χώρα αυτή που ήταν ο παρίας, το «μαύρο πρόβατο», που οι ηγέτες μεγάλων και ευρωπαϊκών χωρών δεν ήθελαν ούτε να φωτογραφηθούν δίπλα στους Έλληνες ηγέτες ή που πήγαιναν να χτυπήσουν την πλάτη ή να τους πουν «κάντε τα μαθήματά σας», μέσα σε δυόμισι χρόνια όλοι οι ηγέτες των σημαντικότερων δυνάμεων του πλανήτη έχουν περάσει από την Ελλάδα. Έχω επισκεφθεί εγώ με επίσημες προσκλήσεις τις πρωτεύουσες των χωρών αυτών και αναγνωρίζουν το διεθνή ρόλο της χώρας όχι μόνο ως μιας δύναμης που υπερασπίζεται αξίες, αλλά και ως μιας δύναμης που παίζει ζωτικό ρόλο σε μια ευαίσθητη περιοχή υπερασπιζόμενη την ειρήνη, τη σταθερότητα, τη συνεργασία.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και όποιος δεν θέλει να την δει την πραγματικότητα, προφανώς το κάνει για λόγους επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων, αλλά ο ελληνικός λαός αυτό το αναγνωρίζει.
Θα αναφερθώ τώρα σε δύο-τρία ζητήματα επί της ουσίας και θα κλείσω με αυτό.
Κύριε Θεοδωράκη, ξέρετε, και σε μια συνέντευξη μου τόνισα ότι εγώ δεν πήγα εκεί για να εκπροσωπήσω μια παράταξη, αλλά πήγα ως Έλληνας Πρωθυπουργός, κουβαλώντας τις απόψεις, τις θέσεις, τις αξίες της παράταξης. Δεν τις άφησα στη γωνία. Όλοι γνώριζαν ποιος είμαι όταν πήγα εκεί. Είμαι αυτός που πριν από ένα χρόνο βρέθηκα και στην Αβάνα και εκφώνησα τον επικήδειο του Φιντέλ Κάστρο. Δεν το ξέχασαν αυτοί που με προσκάλεσαν, δεν έπαθαν αμνησία.
Όμως, εκεί βρέθηκα ως ο Έλληνας Πρωθυπουργός που υπερασπίστηκα τα εθνικά συμφέροντα της χώρας. Το αν είναι απτά ή αν δεν είναι απτά αποτελέσματα, ας τα κρίνει ο ελληνικός λαός. Κάποιοι βεβαίως στενοχωριούνται γι’ αυτό. Κάποιοι φαντασιώνονταν ότι θα ζήσουμε νύχτες δεκαπέντε ξανά. Τις φαντασιώθηκαν και στην πρώτη αξιολόγηση και στη δεύτερη. Στην τρίτη πια, μια του κλέφτη δυο του κλέφτη. Κάποιοι στενοχωριούνται που βλέπουν ότι όλοι οι εταίροι μας πια αναγνωρίζουν ότι οι θυσίες δεν πρέπει να πάνε χαμένες και δεν θα πάνε χαμένες.
Η ανεργία έχει μειωθεί 6% από τότε που αναλάβαμε. Είναι πολύ; Λίγο είναι. Διότι κάποιοι άλλοι πριν είχαν φροντίσει να λεηλατήσουν και να την οδηγήσουν από το 8% στο 27%. Χάθηκε ενάμισι εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Μειώσαμε αυτήν την μεγάλη απώλεια. Κερδήθηκαν τετρακόσιες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Χρειάζεται να δώσουμε μάχη και θα δώσουμε μάχη για να βγει η χώρα από την κρίση.
Όμως, γεγονός είναι ότι η χώρα πια ανακτά τον ρόλο της και μπορεί να έχει έναν ισχυρό πλέον ρόλο, ως μια δύναμη σταθερότητας αλλά και μια δύναμη που παίζει ενεργό ρόλο μέσα από τις τριγωνικές συμμαχίες μαζί με την Κύπρο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Παλαιστίνη, μέσα από τον ενεργό μας ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Σύνοδο του Νότου, τις συμμαχίες που έχουμε συγκροτήσει, μέσα από τον ενεργό μας ξανά ρόλο στα Βαλκάνια. Δεν είμαστε του «πεταματού» και της «καρπαζιάς» πια, όσο κι αν κάποιοι αυτό δεν θέλουν να το καταλάβουν.
Το πιο σημαντικό όμως, κύριε Θεοδωράκη, ήταν ότι, όταν εξελέγη ο Πρόεδρος Τραμπ, τα μηνύματα που εξέπεμπε ήταν ότι το ζήτημα του ελληνικού χρέους είναι μια ευρωπαϊκή υπόθεση. «Βρείτε τα εσείς», έλεγε. Ουσιαστικά, με δυο λόγια, άφηνε να εννοηθεί «ας το λύσει ο Σόιμπλε, είναι δικό του θέμα», όταν εννοούσε ευρωπαϊκό θέμα. Και σήμερα έχουμε την εικόνα όχι απλά να επιμένει στην πάγια γραμμή της αμερικανικής διοίκησης που είχαμε γνωρίσει κατά τη διάρκεια της θητείας του Προέδρου Ομπάμα, αλλά να διαβεβαιώνει ότι θα παίξει ρόλο. Τον ενδιαφέρει. Η Ελλάδα είναι ένας σταθερός αξιόπιστος σύμμαχος και δεν είναι μια ευρωπαϊκή υπόθεση. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Τώρα, από κει και πέρα το αν ξεκίνησαν ή δεν ξεκίνησαν οι δουλειές, αν ενισχύθηκαν ή δεν ενισχύθηκαν οι επενδύσεις, κύριε Θεοδωράκη ένα πράγμα θα σας πω: Από τη μια μέρα στην άλλη δεν θα αλλάξουν τα πάντα, αλλά η χώρα αυτή για πέντε συνεχόμενα έτη είχε ύφεση. Κάποια στιγμή έφτασε στο 11%, στο 7%. Χάσαμε το 25% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Φέτος θα κλείσουμε με το νούμερο δύο μπροστά. Κι αν συνεχίσουμε έτσι, πιστεύω ότι και του χρόνου θα μπορέσουμε να διαψεύσουμε θετικά τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη που μπορεί του χρόνου, το 2018, να είναι κοντά στο 3%. Αυτά δεν έγιναν από μόνα τους. Δεν γίνονται από μόνα του αυτά. Βεβαίως, υπάρχει το θηρίο της γραφειοκρατίας. Η μάχη που πρέπει να δώσουμε με τα αυτονόητα πολλές φορές σε αυτόν τον τόπο. Όμως, δεν έγιναν από μόνα τους όλα αυτά. Η μετατόπιση από τις σκληρές μέρες του 2012, του 2013, του 2015 στις σημερινές μέρες, που ξανά αχνοφέγγει μια ελπίδα εξόδου, ανάτασης δεν έγινε από μόνη της.
Βεβαίως, ο ρόλος σας είναι να ασκείτε αντιπολίτευση. Το αποδέχομαι και νομίζω ότι ασκείτε σε μεγάλο βαθμό και καλοπροαίρετη αντιπολίτευση. Όμως, θα πρέπει να μην ταυτίζεστε κι εσείς με το μπλοκ εκείνο που καθοδηγείται από τα συγκροτήματα των fake news. Διότι ο ελληνικός λαός κρίνει και θα κρίνει όλους μας και τα λάθη μας, αλλά και τις επιτυχίες μας, όταν έρθει η ώρα.
Κλείνω, λοιπόν, λέγοντας, κύριε Θεοδωράκη, ότι για πρώτη φορά υπάρχει όχι μονάχα η δυνατότητα εξόδου, αλλά και η δυνατότητα ενίσχυσης του ρόλου της χώρας σε διεθνές επίπεδο.
Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει να το χαίρεται μονάχα η ελληνική Κυβέρνηση. Αφορά όλους τους Έλληνες και όλα τα κόμματα ανεξαιρέτως.
Είναι μία σημαντική επιτυχία και εμείς θα συνεχίσουμε αυτή την υπεύθυνη προσπάθεια, προκειμένου, όχι μόνο η χώρα να αφήσει πίσω της ολοκληρωτικά την επτάχρονη κρίση, αλλά να αφήσει πίσω της και το μοντέλο που μας οδήγησε σε αυτή, το μοντέλο που έχει να κάνει, όχι μόνο με τη στρεβλή παραγωγική διαδικασία, το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο, αλλά και το μοντέλο της διαφθοράς, το μοντέλο της διαπλοκής, το μοντέλο της διασπάθισης δημόσιου χρήματος, ιδιαίτερα στα εξοπλιστικά.
Όλοι γνωρίζουμε σε αυτόν τον τόπο ότι, όταν κάποιοι μας έβαζαν με πλαστά στοιχεία στην ΟΝΕ, κάποιοι στην Ευρώπη έκαναν τα «στραβά μάτια», ακριβώς γιατί τότε υπήρχαν «αγορές του αιώνα», όχι τώρα. Και επειδή ήξεραν ότι δεν έχουμε τα χρήματα να τα πληρώσουμε, μας έδιναν δάνεια από τις τράπεζές τους για να ξεπληρώσουμε τα εξοπλιστικά και τις «αγορές του αιώνα» και τις μίζες. Πολλά από αυτά έρχονται στη Βουλή και θα έρθουν και άλλα, δυστυχώς. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αυτές τις εποχές, λοιπόν, πρέπει να αφήσουμε πίσω, όχι μόνο την κρίση, τις εποχές της διαπλοκής, της διαφθοράς, της μίζας, τα στρεβλά που μας οδήγησαν στην κρίση. Και θέλει συλλογική προσπάθεια για να το καταφέρουμε αυτό.
Ελπίζω να είστε, με την ευρύτερη έννοια, σε αυτή την συλλογική προσπάθεια με το σωστό μέρος, με τη σωστή μεριά, στη σωστή όχθη του ποταμιού, όπως λέτε και εσείς.
Σας ευχαριστώ.
Labels:
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.