Τσακαλώτος: Λανθασμένα στοιχεία στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού
«Λανθασμένες» είναι, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτο, οι εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, για το ύψος των τόκων που καλείται να πληρώσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
«Πρόκειται για λάθος», είπε συγκεκριμένα ο κ. Τσακαλώτος μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών σχετικά με όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου που παραδόθηκε στη Βουλή (δείτε εδώ).
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδα, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής οδηγήθηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις, αξιοποιώντας στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρήματος που είχαν μεταβιβαστεί στη Βουλή το 2014. Έτσι εκτινάσσει τους τόκους στα 84,3 δισεκατομμύρια ευρώ την χρονική περίοδο 2021-2026.
Λιαργκόβας: «Το έλεγε και η κυβέρνηση ως αντιπολίτευση»
Οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών προκάλεσαν την αντίδραση του συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Παναγιώτη Λιαργκόβα, ο οποίος απαντώντας στον κ. Τσακαλώτο ανέφερε πως «το έλεγε και η ίδια η κυβέρνηση ως αντιπολίτευση, χωρίς ελάφρυνση του χρέους, η χώρα οδεύει σε χρεοκοπία». «Αν δεν γίνει κάτι με το χρέος, δεν είναι βιώσιμο. Η περαιτέρω ρύθμιση είναι απαραίτητη», σημείωσε ο κ. Λιαργκόβας, μιλώντας στον Σκάι.
Έκπληξη εξέφρασε ο Ν. Βούτσης
Θέση στο θέμα πήρε και ο πρόεδρος της Βουλής, Ν. Βούτσης, ο οποίος εξέφρασε την έκπληξή του για «τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων» σε ό,τι αφορά το στοιχείο που αναφέρεται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για επιβάρυνση με τόκους 84,3 δισ. ευρώ στο χρονικό διάστημα 2020-2026.
Ο κ. Βούτσης επισήμανε ότι «η συνηγορία και η συνδρομή για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους, στην κρίσιμη μάλιστα περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση έχει προχωρήσει στις σχετικές διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και αναμένονται θετικές εξελίξεις το προσεχές διάστημα, δεν είναι δυνατόν να γίνονται με διογκωμένα στοιχεία από πίνακες της χρήσης του έτους 2013 και με την κινδυνολογία περί χρεοκοπίας».
Ανταπάντηση από το υπ. Οικονομικών
Αργότερα, το υπουργείο Οικονομικών ανταπαντώντας στον κ. Λιαργκόβα, ανέφερε ότι «δεν είναι ακριβείς οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες των τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προυπολογισμού του Κράτους στη Βουλή», επισημαίνοντας ότι «πρόκειται για εκτιμήσεις που ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου μεταξύ άλλων τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοσθεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μαΐου του 2016».
Το υπουργείο σημειώνει ότι δεν συνηθίζει τα σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αλλά οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα. Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών έχει ως εξής:
Το υπουργείο Οικονομικών σέβεται απόλυτα την ανεξαρτησία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, όπως και άλλων αντίστοιχων φορέων, και δε συνηθίζει να σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα.
Οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (σελ. 12) δεν είναι ακριβείς.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου, μεταξύ άλλων, τα επιτόκια, ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοστεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος τα οποία αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μάιου του 2016. Σημειώνεται, επίσης, ότι το 2013 το δημόσιο χρέος είχε σε ποσοστό 80% κυμαινόμενα επιτόκια. Είναι επομένως άστοχο να προβαίνει κανείς σήμερα σε προβλέψεις για την περίοδο 2023-2026 με βάση στοιχεία που ίσχυαν πριν από τέσσερα χρόνια.
Με βάση τα νέα στοιχεία και τις εκτιμήσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, οι τόκοι για την περίοδο 2021-2026 θα είναι μειωμένοι από 24% έως και 36% σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, ανάλογα με τις παραδοχές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους.
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός των τόκων, στο μέτρο που το μεγαλύτερο μέρος δανεισμού έχει ακόμη κυμαινόμενο επιτόκιο, εξαρτάται προφανώς από τη μέθοδο πρόβλεψης των επιτοκίων. Κατά συνέπεια, σε τόσο μακρινές περιόδους, η πιθανότητα σοβαρών αποκλίσεων είναι μεγάλη. Συνεπώς ο υπολογισμός αυτός επιβάλλεται να αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε κάθε περίπτωση τα επίσημα στοιχεία για τις δαπάνες τόκων είναι αυτά που αναφέρονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και συγκεκριμένα:
Νέα απάντηση από το Γραφείο Προϋπολογισμού
Απαντώντας εκ νέου, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής ανέφερε πως τα στοιχεία για τις ελαφρύνσεις του χρέους που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες δεν ήταν στη διάθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
Στην ανακοίνωση τονίζεται ότι ωστόσο «αυτό δεν αλλάζει την ουσία, ότι δηλαδή εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις για το χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητά του τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή».
Όπως αναφέρει το ΓΠΚΒ, μόνιμη μέριμνά του εδώ και πέντε περίπου χρόνια, είναι η διατύπωση εμπεριστατωμένων εκτιμήσεων και προβλέψεων σχετικά με τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας με τη μεγαλύτερη δυνατή επιστημονική ακρίβεια.
Ως εκ τούτου το ΓΠΚΒ διευκρινίζει τα εξής:
1. Τα στοιχεία που αναφέρονται στην τελευταία έκθεση αποτελούν μελλοντικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών αναγκών για την αποπληρωμή των τόκων της περιόδου 2020-2026 και στηρίχθηκαν σε επίσημα στοιχεία που είχαν κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων το 2014.
2. Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
3. «Αποδεχόμαστε την κριτική που ασκήθηκε στις εκτιμήσεις της τελευταίας έκθεσής μας αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της θέσης που υποστηρίζει το ΓΠΚΒ: εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις και ρυθμίσεις ικανές να απεγκλωβίσουν το ελληνικό κράτος από τις παγίδες που επιφέρει το υψηλό χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή», συμπληρώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού.
Εν κατακλείδι, όπως σημειώνει το ΓΠΚΒ, «καθώς ο χρόνος λήξης του Προγράμματος Προσαρμογής πλησιάζει και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων με θέμα την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, και καθώς το ζήτημα του χρέους είναι εθνικό, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συναίνεσης και σύμπραξης όλων των δυνάμεων, πολιτικών και τεχνοκρατικών, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λύσης για τη χώρα μας».
«Αυτή είναι και η ουσία της θέσης του ΓΠΚΒ όπως αποτυπώθηκε στη σχετική τριμηνιαία έκθεση», καταλήγει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
★ Πηγή: Συντακτική ομάδα του eklogika.gr
«Πρόκειται για λάθος», είπε συγκεκριμένα ο κ. Τσακαλώτος μιλώντας στην Εφημερίδα των Συντακτών σχετικά με όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου που παραδόθηκε στη Βουλή (δείτε εδώ).
Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδα, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής οδηγήθηκε σε λανθασμένες εκτιμήσεις, αξιοποιώντας στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρήματος που είχαν μεταβιβαστεί στη Βουλή το 2014. Έτσι εκτινάσσει τους τόκους στα 84,3 δισεκατομμύρια ευρώ την χρονική περίοδο 2021-2026.
Λιαργκόβας: «Το έλεγε και η κυβέρνηση ως αντιπολίτευση»
Οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών προκάλεσαν την αντίδραση του συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Παναγιώτη Λιαργκόβα, ο οποίος απαντώντας στον κ. Τσακαλώτο ανέφερε πως «το έλεγε και η ίδια η κυβέρνηση ως αντιπολίτευση, χωρίς ελάφρυνση του χρέους, η χώρα οδεύει σε χρεοκοπία». «Αν δεν γίνει κάτι με το χρέος, δεν είναι βιώσιμο. Η περαιτέρω ρύθμιση είναι απαραίτητη», σημείωσε ο κ. Λιαργκόβας, μιλώντας στον Σκάι.
Έκπληξη εξέφρασε ο Ν. Βούτσης
Θέση στο θέμα πήρε και ο πρόεδρος της Βουλής, Ν. Βούτσης, ο οποίος εξέφρασε την έκπληξή του για «τη χρήση μη έγκυρων στοιχείων και τη συνακόλουθη δημιουργία επικοινωνιακών εντυπώσεων» σε ό,τι αφορά το στοιχείο που αναφέρεται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για επιβάρυνση με τόκους 84,3 δισ. ευρώ στο χρονικό διάστημα 2020-2026.
Ο κ. Βούτσης επισήμανε ότι «η συνηγορία και η συνδρομή για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους, στην κρίσιμη μάλιστα περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση έχει προχωρήσει στις σχετικές διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς και αναμένονται θετικές εξελίξεις το προσεχές διάστημα, δεν είναι δυνατόν να γίνονται με διογκωμένα στοιχεία από πίνακες της χρήσης του έτους 2013 και με την κινδυνολογία περί χρεοκοπίας».
Ανταπάντηση από το υπ. Οικονομικών
Αργότερα, το υπουργείο Οικονομικών ανταπαντώντας στον κ. Λιαργκόβα, ανέφερε ότι «δεν είναι ακριβείς οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες των τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προυπολογισμού του Κράτους στη Βουλή», επισημαίνοντας ότι «πρόκειται για εκτιμήσεις που ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου μεταξύ άλλων τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοσθεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μαΐου του 2016».
Το υπουργείο σημειώνει ότι δεν συνηθίζει τα σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αλλά οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα. Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών έχει ως εξής:
Το υπουργείο Οικονομικών σέβεται απόλυτα την ανεξαρτησία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, όπως και άλλων αντίστοιχων φορέων, και δε συνηθίζει να σχολιάζει τις εκθέσεις και τις απόψεις που εκφέρονται από τα μέλη του. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οφείλει να αποκαθιστά την πραγματικότητα όταν διαπιστώνονται σφάλματα.
Οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες τόκων που αναφέρονται στην τριμηνιαία έκθεση Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2017 του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (σελ. 12) δεν είναι ακριβείς.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανάγονται στα τέλη του 2013 όπου, μεταξύ άλλων, τα επιτόκια, ήταν πολύ υψηλότερα και δεν είχαν εφαρμοστεί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος τα οποία αποφασίστηκαν στο Eurogroup του Μάιου του 2016. Σημειώνεται, επίσης, ότι το 2013 το δημόσιο χρέος είχε σε ποσοστό 80% κυμαινόμενα επιτόκια. Είναι επομένως άστοχο να προβαίνει κανείς σήμερα σε προβλέψεις για την περίοδο 2023-2026 με βάση στοιχεία που ίσχυαν πριν από τέσσερα χρόνια.
Με βάση τα νέα στοιχεία και τις εκτιμήσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, οι τόκοι για την περίοδο 2021-2026 θα είναι μειωμένοι από 24% έως και 36% σε σχέση με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, ανάλογα με τις παραδοχές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους.
Σε κάθε περίπτωση ο υπολογισμός των τόκων, στο μέτρο που το μεγαλύτερο μέρος δανεισμού έχει ακόμη κυμαινόμενο επιτόκιο, εξαρτάται προφανώς από τη μέθοδο πρόβλεψης των επιτοκίων. Κατά συνέπεια, σε τόσο μακρινές περιόδους, η πιθανότητα σοβαρών αποκλίσεων είναι μεγάλη. Συνεπώς ο υπολογισμός αυτός επιβάλλεται να αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε κάθε περίπτωση τα επίσημα στοιχεία για τις δαπάνες τόκων είναι αυτά που αναφέρονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και συγκεκριμένα:
Νέα απάντηση από το Γραφείο Προϋπολογισμού
Απαντώντας εκ νέου, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής ανέφερε πως τα στοιχεία για τις ελαφρύνσεις του χρέους που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες δεν ήταν στη διάθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
Στην ανακοίνωση τονίζεται ότι ωστόσο «αυτό δεν αλλάζει την ουσία, ότι δηλαδή εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις για το χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητά του τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή».
Όπως αναφέρει το ΓΠΚΒ, μόνιμη μέριμνά του εδώ και πέντε περίπου χρόνια, είναι η διατύπωση εμπεριστατωμένων εκτιμήσεων και προβλέψεων σχετικά με τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας με τη μεγαλύτερη δυνατή επιστημονική ακρίβεια.
Ως εκ τούτου το ΓΠΚΒ διευκρινίζει τα εξής:
1. Τα στοιχεία που αναφέρονται στην τελευταία έκθεση αποτελούν μελλοντικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών αναγκών για την αποπληρωμή των τόκων της περιόδου 2020-2026 και στηρίχθηκαν σε επίσημα στοιχεία που είχαν κατατεθεί στη Βουλή των Ελλήνων το 2014.
2. Στις προαναφερόμενες εκτιμήσεις δεν υπολογίστηκαν οι ελαφρύνσεις που προκύπτουν από βραχυπρόθεσμες ή μεσοπρόθεσμες συμφωνίες, οι οποίες ενδεχομένως να υπάρχουν σε επικαιροποιημένες ενημερώσεις, που όμως δεν ήταν στη διάθεση του ΓΠΚΒ κατά τη διάρκεια της κατάρτισης της πρόσφατης τριμηνιαίας έκθεσής του.
3. «Αποδεχόμαστε την κριτική που ασκήθηκε στις εκτιμήσεις της τελευταίας έκθεσής μας αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της θέσης που υποστηρίζει το ΓΠΚΒ: εάν δεν προκύψουν μακροπρόθεσμες ελαφρύνσεις και ρυθμίσεις ικανές να απεγκλωβίσουν το ελληνικό κράτος από τις παγίδες που επιφέρει το υψηλό χρέος, μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους τίθεται υπό σοβαρή διακινδύνευση ή ακόμη δεν είναι εφικτή», συμπληρώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού.
Εν κατακλείδι, όπως σημειώνει το ΓΠΚΒ, «καθώς ο χρόνος λήξης του Προγράμματος Προσαρμογής πλησιάζει και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων με θέμα την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο, και καθώς το ζήτημα του χρέους είναι εθνικό, απαιτείται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον συναίνεσης και σύμπραξης όλων των δυνάμεων, πολιτικών και τεχνοκρατικών, για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής λύσης για τη χώρα μας».
«Αυτή είναι και η ουσία της θέσης του ΓΠΚΒ όπως αποτυπώθηκε στη σχετική τριμηνιαία έκθεση», καταλήγει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
★ Πηγή: Συντακτική ομάδα του eklogika.gr
Labels:
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.