Νέο Ασφαλιστικό & Δημόσιο: Ανάλυση - Παραδείγματα
Με το ν. 4387/2016 επήλθαν θεμελιώδεις μεταβολές σε πολλές πτυχές του εθνικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, τόσο στο αμιγώς ασφαλιστικό όσο και στο συνταξιοδοτικό και σήμερα το epoli.gr ξεκινά μία νέα ενότητα - αυτή της ενημέρωσης επί εργασιακών/ασφαλιστικών θεμάτων, μέσα από παρουσιάσεις και αναλύσεις με παραδείγματα.
Ενοποιήθηκαν όλα τα υφιστάμενα έως την 31.12.2016 ταμεία, τομείς κλάδοι και λογαριασμοί σε έναν ενιαίο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, μεταβλήθηκε εκ θεμελίων το σύστημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών και των συντάξεων, μεταβλήθηκαν όρια ηλικίας κ.λπ.
Μία από τις βασικότερες καινοτομίες του νέου συστήματος εντοπίζεται στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Πλέον οι απονεμόμενες συνταξιοδοτικές παροχές περιλαμβάνουν δύο ειδών συντάξεις, την εθνική σύνταξη και την ανταποδοτική σύνταξη.
Η εθνική σύνταξη αποτελεί εκ του νόμου καθορισμένο ποσό, το οποίο σήμερα ανέρχεται στα 384 € και το οποίο απονέμεται στο ακέραιο σε οποιονδήποτε έχει συμπληρώσει 20 χρόνια ασφάλισης, μειώνεται δε κατά ποσοστό 2% για όσους έχουν λιγότερα από 20 έτη ασφάλισης, εφόσον όμως έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον 15 χρόνια. Κατά συνέπεια ασφαλισμένος π.χ. στο Δημόσιο με συμπληρωμένα 20 χρόνια ασφάλισης δικαιούται να λάβει ως εθνική σύνταξη το ποσό των 384 €, ενώ αντίθετα ασφαλισμένος με 16 χρόνια ασφάλισης θα λάβει ως εθνική σύνταξη μόλις το ποσό των 354,18 € (δηλαδή το ποσό της εθνικής σύνταξης μειωμένο κατά 2% κατ’ έτος έως τα 16 έτη). Ασφαλισμένος με χρόνο ασφάλισης 35 έτη δεν θα δει την εθνική σύνταξη να αυξάνεται, καθώς και αυτός θα λάβει το ποσό των 384 €, το οποίο δεν αυξάνεται για τα μετά τα 20 χρόνια συμπληρωμένα έτη ασφάλισης. Αντίθετα, ασφαλισμένος με 13 χρόνια ασφάλισης δεν δικαιούται το ποσό της εθνικής σύνταξης, έστω μειωμένο, με την εξαίρεση των κατηγοριών εκείνων που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα με χρόνο ασφάλισης μικρότερο των 15 ετών, οι οποίοι δικαιούνται εθνική σύνταξη ίση με αυτή που λαμβάνει συνταξιούχος με 15 έτη ασφάλισης.
Από την άλλη πλευρά η ανταποδοτική σύνταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές, το χρόνο ασφάλισης και το ποσοστό αναπλήρωσης.
Ως «συντάξιμες αποδοχές» νοείται ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου.
Για τον προσδιορισμό του μέσου όρου υπολογίζονται και τα δώρα (Πάσχα, άδειας, Χριστουγέννων). Πρακτικά για να προκύψει σήμερα το ποσό των συντάξιμων αποδοχών υπαλλήλου του Δημοσίου υπολογίζεται ο μέσος όρος του συνόλου των αποδοχών του ασφαλισμένου από την 01.01.2002 έως την ημέρα έναρξης καταβολής της σύνταξης του.
Επιπλέον, ως χρόνος ασφάλισης νοείται ο χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Χρόνος ασφάλισης θεωρείται και ο πλασματικός, για τον οποίο υπολογίζεται ότι ο υπάλληλος ελάμβανε ως αποδοχές το ποσό του μισθού που αντιστοιχεί στο ποσό των πλασματικών εισφορών που κατέβαλε για εξαγορά του πλασματικού χρόνου ασφάλισης.
Το ποσοστό αναπλήρωσης σχετίζεται άμεσα με τα χρόνια ασφάλισης και καθορίζεται ρητώς στο Νόμο, αυξανόμενο ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης του κάθε υπαλλήλου.
Με βάση τα ανωτέρω η ανταποδοτική σύνταξη που δικαιούται να λάβει ένας υπάλληλος του Δημοσίου με 33 χρόνια ασφάλισης και με συντάξιμες αποδοχές (δηλαδή μέσο όρο μηνιαίων αποδοχών από την 01.01.2002 έως την ημέρα έναρξης καταβολής της σύνταξης) στο ποσό των 1.200 € ανέρχεται στα 367,56 € και επομένως, συνυπολογιζομένης και της εθνικής σύνταξης, ο συγκεκριμένος υπάλληλος δικαιούται συνολικά σύνταξη ποσού 751,56 € (=367,56 € + 384 €).
Αντίθετα, ένας υπάλληλος με 24 χρόνια ασφάλισης και με συντάξιμες αποδοχές ανερχόμενες στο ποσό των 1.000 € θα λάβει ως ανταποδοτική σύνταξη το ποσό των 196,50 € και συνολικά, μαζί με την εθνική σύνταξη, το ποσό των 580,50 € (=196,5 € + 384 €).
Τέλος, ένας υπάλληλος με συμπληρωμένα 15 χρόνια υπηρεσίας και 900 € συντάξιμες αποδοχές, εφόσον μπορεί να αιτηθεί συνταξιοδότηση, θα λάβει ως ανταποδοτική σύνταξη το ποσό των 103,95 €, ενώ θα λάβει και εθνική σύνταξη, μειωμένη κατά 2% κατ’ έτος από τα 20 έως τα 15 χρόνια, ποσού 347,10 €. Συνολικά, λοιπόν, θα λάβει σύνταξη ποσού 451,05 €.
Τα ανωτέρω αποτελούν παραδείγματα υπολογισμού συντάξεων υπαλλήλων του Δημοσίου που έχουν διανύσει ολόκληρο τον χρόνο ασφάλισής τους στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα. Και ο ισχύων σήμερα ασφαλιστικός νόμος, όπως πολύ περισσότερο ο προηγούμενος, καθιερώνει εξαιρέσεις και αποκλίσεις, περιλαμβάνει δε και πολλούς παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης. Η ανωτέρω ανάλυση απηχεί την βασική φιλοσοφία του Νόμου για τις συντάξεις. Τις ιδιαιτερότητες συγκεκριμένων κατηγοριών ασφαλισμένων θα εξετάσουμε στο μέλλον με ειδικότερες αναλύσεις και αρθρογραφία μας.
πηγη epoli.gr
Σε συνεργασία με το Δικηγορικό Γραφείο «Σεραφείμ Λ. Ντουματσάς & Λάμπρος Σ. Ντουματσάς», Πανεπιστημίου 42, 106 79 Αθήνα, Τηλ. 210 3631640, 3641468
Ενοποιήθηκαν όλα τα υφιστάμενα έως την 31.12.2016 ταμεία, τομείς κλάδοι και λογαριασμοί σε έναν ενιαίο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, μεταβλήθηκε εκ θεμελίων το σύστημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών και των συντάξεων, μεταβλήθηκαν όρια ηλικίας κ.λπ.
Μία από τις βασικότερες καινοτομίες του νέου συστήματος εντοπίζεται στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Πλέον οι απονεμόμενες συνταξιοδοτικές παροχές περιλαμβάνουν δύο ειδών συντάξεις, την εθνική σύνταξη και την ανταποδοτική σύνταξη.
Η εθνική σύνταξη αποτελεί εκ του νόμου καθορισμένο ποσό, το οποίο σήμερα ανέρχεται στα 384 € και το οποίο απονέμεται στο ακέραιο σε οποιονδήποτε έχει συμπληρώσει 20 χρόνια ασφάλισης, μειώνεται δε κατά ποσοστό 2% για όσους έχουν λιγότερα από 20 έτη ασφάλισης, εφόσον όμως έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον 15 χρόνια. Κατά συνέπεια ασφαλισμένος π.χ. στο Δημόσιο με συμπληρωμένα 20 χρόνια ασφάλισης δικαιούται να λάβει ως εθνική σύνταξη το ποσό των 384 €, ενώ αντίθετα ασφαλισμένος με 16 χρόνια ασφάλισης θα λάβει ως εθνική σύνταξη μόλις το ποσό των 354,18 € (δηλαδή το ποσό της εθνικής σύνταξης μειωμένο κατά 2% κατ’ έτος έως τα 16 έτη). Ασφαλισμένος με χρόνο ασφάλισης 35 έτη δεν θα δει την εθνική σύνταξη να αυξάνεται, καθώς και αυτός θα λάβει το ποσό των 384 €, το οποίο δεν αυξάνεται για τα μετά τα 20 χρόνια συμπληρωμένα έτη ασφάλισης. Αντίθετα, ασφαλισμένος με 13 χρόνια ασφάλισης δεν δικαιούται το ποσό της εθνικής σύνταξης, έστω μειωμένο, με την εξαίρεση των κατηγοριών εκείνων που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα με χρόνο ασφάλισης μικρότερο των 15 ετών, οι οποίοι δικαιούνται εθνική σύνταξη ίση με αυτή που λαμβάνει συνταξιούχος με 15 έτη ασφάλισης.
Από την άλλη πλευρά η ανταποδοτική σύνταξη των υπαλλήλων του Δημοσίου υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές, το χρόνο ασφάλισης και το ποσοστό αναπλήρωσης.
Ως «συντάξιμες αποδοχές» νοείται ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής. Ως σύνολο μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος νοείται το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών που υπόκεινται σε εισφορές, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού του βίου.
Για τον προσδιορισμό του μέσου όρου υπολογίζονται και τα δώρα (Πάσχα, άδειας, Χριστουγέννων). Πρακτικά για να προκύψει σήμερα το ποσό των συντάξιμων αποδοχών υπαλλήλου του Δημοσίου υπολογίζεται ο μέσος όρος του συνόλου των αποδοχών του ασφαλισμένου από την 01.01.2002 έως την ημέρα έναρξης καταβολής της σύνταξης του.
Επιπλέον, ως χρόνος ασφάλισης νοείται ο χρόνος για τον οποίο έχουν καταβληθεί εισφορές. Χρόνος ασφάλισης θεωρείται και ο πλασματικός, για τον οποίο υπολογίζεται ότι ο υπάλληλος ελάμβανε ως αποδοχές το ποσό του μισθού που αντιστοιχεί στο ποσό των πλασματικών εισφορών που κατέβαλε για εξαγορά του πλασματικού χρόνου ασφάλισης.
Το ποσοστό αναπλήρωσης σχετίζεται άμεσα με τα χρόνια ασφάλισης και καθορίζεται ρητώς στο Νόμο, αυξανόμενο ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης του κάθε υπαλλήλου.
Με βάση τα ανωτέρω η ανταποδοτική σύνταξη που δικαιούται να λάβει ένας υπάλληλος του Δημοσίου με 33 χρόνια ασφάλισης και με συντάξιμες αποδοχές (δηλαδή μέσο όρο μηνιαίων αποδοχών από την 01.01.2002 έως την ημέρα έναρξης καταβολής της σύνταξης) στο ποσό των 1.200 € ανέρχεται στα 367,56 € και επομένως, συνυπολογιζομένης και της εθνικής σύνταξης, ο συγκεκριμένος υπάλληλος δικαιούται συνολικά σύνταξη ποσού 751,56 € (=367,56 € + 384 €).
Αντίθετα, ένας υπάλληλος με 24 χρόνια ασφάλισης και με συντάξιμες αποδοχές ανερχόμενες στο ποσό των 1.000 € θα λάβει ως ανταποδοτική σύνταξη το ποσό των 196,50 € και συνολικά, μαζί με την εθνική σύνταξη, το ποσό των 580,50 € (=196,5 € + 384 €).
Τέλος, ένας υπάλληλος με συμπληρωμένα 15 χρόνια υπηρεσίας και 900 € συντάξιμες αποδοχές, εφόσον μπορεί να αιτηθεί συνταξιοδότηση, θα λάβει ως ανταποδοτική σύνταξη το ποσό των 103,95 €, ενώ θα λάβει και εθνική σύνταξη, μειωμένη κατά 2% κατ’ έτος από τα 20 έως τα 15 χρόνια, ποσού 347,10 €. Συνολικά, λοιπόν, θα λάβει σύνταξη ποσού 451,05 €.
Τα ανωτέρω αποτελούν παραδείγματα υπολογισμού συντάξεων υπαλλήλων του Δημοσίου που έχουν διανύσει ολόκληρο τον χρόνο ασφάλισής τους στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα. Και ο ισχύων σήμερα ασφαλιστικός νόμος, όπως πολύ περισσότερο ο προηγούμενος, καθιερώνει εξαιρέσεις και αποκλίσεις, περιλαμβάνει δε και πολλούς παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης. Η ανωτέρω ανάλυση απηχεί την βασική φιλοσοφία του Νόμου για τις συντάξεις. Τις ιδιαιτερότητες συγκεκριμένων κατηγοριών ασφαλισμένων θα εξετάσουμε στο μέλλον με ειδικότερες αναλύσεις και αρθρογραφία μας.
πηγη epoli.gr
Σε συνεργασία με το Δικηγορικό Γραφείο «Σεραφείμ Λ. Ντουματσάς & Λάμπρος Σ. Ντουματσάς», Πανεπιστημίου 42, 106 79 Αθήνα, Τηλ. 210 3631640, 3641468
Labels:
ΔΙΑΦΟΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.