Για το δημόσιο Πανεπιστήμιο
Η Σοφία Βιδάλη, Καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, γράφει για αυτό που είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο και τους λόγους που το υπερασπίζονται οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι.
(...) είναι χρέος να υπερασπιστούμε την ελευθερία της ακαδημαϊκής διδασκαλίας, δηλαδή να μην παίρνουμε τίποτα ως δεδομένο, να ερευνούμε πίσω από τα φαινόμενα και να τεκμηριώνουμε τη διδασκαλία μας με τον ορθό λόγο και με έρευνα.
(...) είμαστε εμείς που προσπαθούμε και μαθαίνουμε στα παιδιά σας κάτι που δεν αγοράζεται: να κατανοούν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια, δηλαδή να είναι ανεξάρτητοι.
Γράφει η Σοφία Βιδάλη*
Η σχέση του υπουργείου Παιδείας με τους φοιτητές και τους καθηγητές είναι διαχρονικά και συχνά δύσκολη, αλλά πλέον τείνει να διαταραχθεί έτσι που φτάνει στα όρια των θεμελίων της Δημοκρατίας, μια που αντί των ΑΕΙ πολλαπλασιάζονται οι αρμοδιότητες της αστυνομίας. Οι προτάσεις του υπουργείου Παιδείας απέναντι σε ζητήματα διασφάλισης της ειρηνικής ζωής στα Πανεπιστήμια δεν αποτελούν μια ακόμα κυβερνητική επιλογή. Η ιδέα της πανεπιστημιακής αστυνομίας, σε συνδυασμό με το ιδιότυπο πειθαρχικό δίκαιο των φοιτητών που εισάγεται με το σχέδιο νόμου, εγκαινιάζει μια νέα εποχή αυταρχισμού, που καταστρατηγεί την ίδια τη συνταγματικά κατοχυρωμένη φυσιογνωμία του δημόσιου Πανεπιστημίου στην Ελλάδα και τη λειτουργία, την αποστολή και τις αρμοδιότητες των ίδιων των πανεπιστημιακών.
Στο προταθέν νομοσχέδιο, έχει ήδη αντιδράσει αρνητικά σχεδόν σύσσωμη η πανεπιστημιακή κοινότητα, ενώ η υποτιθέμενη έξαρση της βίας και της εγκληματικότητας στα Πανεπιστήμια, που παρουσιάζεται ως νομιμοποιητική βάση για τους κυβερνώντες, αποδεικνύεται στατιστικά ασήμαντη και ταυτόχρονα, ποιοτικά περιορισμένη. Ετσι μέσα από την εκμετάλλευση του φόβου των θυμάτων ορισμένων περιστατικών βίας, προάγεται μια συγκεκριμένη ιδεολογία που υποστηρίζεται από την εξουσία των ΜΜΕ, να προβάλλεται αυτή η ιδεολογία ως αυταπόδεικτη αλήθεια.
Αλλά θα πρέπει κάποτε να το πούμε: οι συκοφαντίες και οι αντεγκλήσεις σε κάθε προοδευτική και δημοκρατική φωνή, εκείνων που εδώ και χρόνια προσπαθούν να παραμορφώσουν το νόημα των λέξεων, των ιδεών, των απόψεων, που επιχειρούν με ψευδοεπιστημονικές θεωρίες και μισές αλήθειες να γυρίσουν τον δημόσιο λόγο στην εποχή προ του Ψυχρού Πολέμου, εκείνων που με φοβικό και μισαλλόδοξο τρόπο μεγεθύνουν τον δικό τους φόβο μπροστά στις τόσες εγγυήσεις δικαιωμάτων, όλα αυτά, δεν λέγονται λοιπόν από τη μεριά κάποιων ουδέτερων παρατηρητών, ούτε κάποιων απομακρυσμένων από την κοινωνική πραγματικότητα «ευπατριδών», αλλά λέγονται από ομάδες που σαφώς δεν έχουν αποκοπεί από τις παραδοσιακές πατριαρχικές και οικογενειοκρατικές σχέσεις, που σαφώς αναπαράγουν πολιτισμικές αξίες και πρακτικές ξένες προς το δημοκρατικό κράτος δικαίου, ήθη και έθιμα αυτοδικίας και εκδίκησης, που σαφώς «ρέπουν» προς τον φασισμό ή την alt-right, όπως λέγεται τελευταία. Αυτή είναι η ιδεολογία που ευθέως ή έντεχνα καλλιεργείται και διαχέεται με ευφυολογήματα και εξυπνάδες, ύβρεις, συκοφαντίες και παραμορφώσεις.
Αυτή η ιδεολογία πλαισιώνει το περίφημο αφήγημα περί ανομίας στα Πανεπιστήμια που έχει, νομίζω, φτάσει πια στα όριά του και όποιος έστω και λίγο στοχάζεται, μπορεί να καταλάβει τη φάρσα. Γιατί είναι καιρός να μιλήσουν και οι πανεπιστημιακοί για την κατάσταση που επικρατεί στα Πανεπιστήμια. Είναι ανάγκη να πούμε για τον αγώνα που κάνουν οι φοιτητές μας για να πάρουν το πτυχίο, για αυτούς που εργάζονται και σπουδάζουν, για τις συνθήκες που γίνονται τα μαθήματα σε χώρους κακοσυντηρημένους, για το πότε διανέμονται τα βιβλία, για το πόσα λεφτά διατίθενται στις βιβλιοθήκες για συνδρομές σε περιοδικά, ώστε να κάνουν οι φοιτητές εργασίες, για το πόσο αλληλέγγυα συνεργάζονται μεταξύ τους και συντρέχουν ο ένας τον άλλο. Είναι ανάγκη, όμως, να πούμε και για τις συνέπειες της υποχρηματοδότησης, για τις συνθήκες και τις ώρες εργασίας των μελών ΔΕΠ σε σύγκριση με αυτές σε ΑΕΙ της Ε.Ε., να μιλήσουμε για το πώς εξελίσσονται οι καθηγητές Πανεπιστημίου και να θυμίσουμε ότι κανένας άλλος κλάδος δεν υποβάλλεται σε τόσες κρίσεις και προϋποθέσεις ενώπιον συλλογικών οργάνων για να αλλάξει βαθμίδα. Αξίζει να μιλήσουμε για το πόσοι φοιτητές αντιστοιχούν σε κάθε διδάσκοντα στην Ελλάδα και πόσοι στις αναπτυγμένες χώρες και παρ' όλα αυτά, οι φοιτητές μας διαπρέπουν παντού, να μην πούμε με ποιο κόστος παρακολουθούν οι φοιτητές μαθήματα λόγω πανδημίας
Οσοι λοιπόν ενδιαφέρονται πραγματικά, ας κάνουν έναν διάλογο για τα ΑΕΙ, αλλά να τα πούμε όλα. Να μιλήσουμε και για τα παιδιά που ανθίζουν μέσα στα Πανεπιστήμια, που αποφοιτούν ολοκληρωμένοι επιστήμονες, να μιλήσουμε για το χιούμορ, την ανεμελιά τους, την απόγνωσή τους μέσα στην κρίση και τις αγωνίες τους, για την αγάπη τους στη γνώση, την τέχνη, την επιμονή και την ελπίδα που ακουμπάνε πάνω μας και για την ελευθερία που θέλουν να κρατήσουν. Και όχι, δεν είναι ντροπή να αντιδρούμε ως πανεπιστημιακοί σε αυτό το νομικό έκτρωμα των δύο υπουργείων, διότι είναι χρέος να υπερασπιστούμε την ελευθερία της ακαδημαϊκής διδασκαλίας, δηλαδή να μην παίρνουμε τίποτα ως δεδομένο, να ερευνούμε πίσω από τα φαινόμενα και να τεκμηριώνουμε τη διδασκαλία μας με τον ορθό λόγο και με έρευνα.
Είναι γνωστό πια ότι ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας απαξιώνει τη γνώση, χλευάζει την αμφισβήτηση, στέκεται καχύποπτα απέναντι σε κάθε τι νέο και διαφορετικό. Αλλά είναι καιρός ακόμα και αυτοί να δείξουν σεβασμό στους πανεπιστημιακούς δασκάλους και σε όλους τους δασκάλους, γιατί είμαστε εμείς που προσπαθούμε και μαθαίνουμε στα παιδιά σας κάτι που δεν αγοράζεται: να κατανοούν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια, δηλαδή να είναι ανεξάρτητοι. Με τα λάθη και τις αστοχίες το ελληνικό Πανεπιστήμιο αξίζει τον σεβασμό όλων και γι’ αυτό οι πανεπιστημιακοί το υπερασπίζονται. Η ελληνική κοινωνία;
* καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.