Οι αιτίες για ΑΚΡΙΒΕΙΑ-ΑΝΑΤΙΜΗΣΕΙΣ. Ούτε προσωρινό, ούτε "φυσικό" φαινόμενο...
Τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια θα συνεχιστούν οι τεράστιες αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος, σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν η οποία δημοσιεύτηκε μέσα στη βδομάδα, αποκαλύπτοντας ότι η ακρίβεια που σαρώνει το λαϊκό εισόδημα δεν αποτελεί κάποιο «παροδικό» και «έκτακτο» φαινόμενο εξαιτίας των «διαταραχών της πανδημίας», αλλά την «κανονικότητα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της «πράσινης μετάβασης», την οποία ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει με νέες θυσίες.
Την ίδια ώρα τα τελευταία στοιχεία - που δείχνουν ότι ένα επιπλέον 10% του κατώτατου μισθού και 13% του μέσου μισθού για τη μερική απασχόληση «εξανεμίζονται» ήδη από τις αυξήσεις σε βασικά είδη, και μάλιστα πριν περάσει σε αυτά ο πληθωρισμός του Δεκέμβρη, που εκτοξεύτηκε στο 5,1%, όπως και ότι 1,9 εκατομμύρια λαϊκά νοικοκυριά βρίσκονται υπό την απειλή κατασχέσεων για χρέη προς τον κρατικό μηχανισμό, χρέη που αυξήθηκαν πάνω από 1 δισ. το προηγούμενο διάστημα - αποτυπώνουν ότι η «ψαλίδα» συνεχώς μεγαλώνει ανάμεσα στις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων και στο επίπεδο κάλυψής τους ακόμα και στα στοιχειώδη.
Αποδεικνύουν πόσο κάλπικες είναι οι προσδοκίες που καλλιέργησαν και καλλιεργούν η κυβέρνηση ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη, που διευρύνει από όλες τις πλευρές την ψαλίδα αυτή για να διασφαλίσει τα κέρδη του κεφαλαίου, μπορεί τάχα να ικανοποιεί ταυτόχρονα και τις λαϊκές ανάγκες.
Ούτε προσωρινό, ούτε «φυσικό φαινόμενο»
Και στην περίπτωση της ακρίβειας, «όποια πέτρα» από τα όσα ζει ο λαός κι αν σηκώσει κανείς, βλέπει από κάτω τον ίδιο ένοχο: Το καπιταλιστικό κέρδος, τη στρατηγική στήριξης του κεφαλαίου, την προσπάθεια να «λυθεί» στις πλάτες του λαού το πρόβλημα της κερδοφόρας επένδυσης των μεγάλων συσσωρευμένων κεφαλαίων.
Γι' αυτό και οι «ρίζες» της ακρίβειας δεν βρίσκονται γενικά και αόριστα στις «διεθνείς εξελίξεις», όπως λέει η κυβέρνηση, ούτε απλά στη «διαχειριστική ανικανότητα» της κυβέρνησης, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πάνω απ' όλα βρίσκονται στην ίδια τη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος, στο κυνήγι του μέγιστου κέρδους, στον ανταγωνισμό ανάμεσα σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, στις κινήσεις κεφαλαίων από κλάδο σε κλάδο, στους «πολέμους» για τον έλεγχο αγορών και ενεργειακών πηγών.
Ιδιαίτερα όμως στη σημερινή συγκυρία επιδρούν:
Η νομισματική πολιτική της ΕΕ και της ΕΚΤ με το κολοσσιαίο πακέτο «νέου χρήματος» που αντικειμενικά παράγει πληθωρισμό. Τα κρατικά πακέτα στήριξης του κεφαλαίου, της «επεκτατικής πολιτικής» για να τροφοδοτηθούν οι επιχειρηματικοί όμιλοι, που ανάμεσα στα άλλα έχουν ως «τίμημα» την εκτόξευση του πληθωρισμού, ενισχύοντας την τάση που έτσι κι αλλιώς υπάρχει στη φάση της ανάκαμψης του καπιταλιστικού κύκλου.
Στην ουσία ο λαός αφού πλήρωσε την προηγούμενη καπιταλιστική κρίση με δραστικές περικοπές μισθών, συντάξεων και φοροληστεία, τη δε τωρινή με νόμους που θωρακίζουν παραπέρα την εκμετάλλευση και την κερδοφορία του κεφαλαίου, πληρώνει και από την άλλη «τσέπη», με τη ραγδαία μείωση του εισοδήματός του μέσα από τον πληθωρισμό.
Την ίδια ώρα καταφτάνει και ο λογαριασμός των πακέτων, με τη σταδιακή επιστροφή σε πιο «σφιχτή» δημοσιονομική πολιτική, που μεταφράζεται σε «δημοσιονομική προσαρμογή» πάνω από 10 δισ. για φέτος και «πρωτογενή πλεονάσματα» από του χρόνου, σηματοδοτώντας και νέο τσουνάμι αντιλαϊκών μέτρων, περικοπών, ενίσχυση της φοροληστείας, στοιχεία που καταγράφονται και στον φετινό κρατικό προϋπολογισμό.
Η ζωή επιβεβαιώνει έτσι ότι δεν υπάρχει «μαγική συνταγή» για τον λαό μέσα στα όρια του εκμεταλλευτικού συστήματος, ότι η «επεκτατική πολιτική» που υλοποιεί η ΝΔ, και που ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι εκείνος είναι ο «αυθεντικότερος εκφραστής» της, είναι το ίδιο εχθρική για τον λαό όπως και όλες οι υπόλοιπες εκδοχές της αντιλαϊκής πολιτικής, με τις οποίες έτσι κι αλλιώς αποτελούν «συγκοινωνούντα δοχεία».
Παράλληλα ο λαός πληρώνει «βαρύ φόρο» για το λεγόμενο «πράσινο New Deal», ώστε να ανοίξουν τα «πράσινα» και «ψηφιακά» πεδία κερδοφορίας.
Η προαναφερθείσα έκθεση της Κομισιόν, που αποτυπώνει ότι η εκτόξευση των τιμών στην Ενέργεια κατά 211% τον τελευταίο χρόνο έχει να κάνει με βασικά στοιχεία της «πράσινης μετάβασης», όπως η χρήση του φυσικού αερίου ως βασικού μεταβατικού ηλεκτροπαραγωγού καυσίμου, η απολιγνιτοποίηση και το εμπόριο ρύπων, ώστε να γίνουν «οικονομικά συμφέρουσες» οι πανάκριβες ΑΠΕ, είναι ενδεικτική.
Κυβέρνηση ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και τα άλλα αστικά κόμματα είναι συνυπεύθυνοι για την έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας, αφού μαζί στήριξαν και στηρίζουν την πολιτική της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας και της «πράσινης μετάβασης».
Συνολικά οι σχεδιασμοί για το νέο «πράσινο» Ελντοράντο του κεφαλαίου - που συνοδεύονται από τεράστια πακέτα κρατικής ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων, με τον λογαριασμό να καταλήγει στους λαούς μέσα και από τους «ίδιους πόρους» της ΕΕ - αλλά και οι ανταγωνισμοί για το πώς θα μοιραστεί η «πίτα» οδηγούν ολοταχώς σε πανάκριβα «πράσινα» εμπορεύματα στις μεταφορές, στη λαϊκή κατοικία, στη διατροφή. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη αποστροφή της Ιζ. Σνάμπελ, μέλους του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ότι «η πράσινη μετάβαση ενδέχεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα για περισσότερο από όσο είχαμε εκτιμήσει».
Την ίδια ώρα ο λαός καλείται να βάζει όλο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη από την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και συνολικά την εμπορευματοποίηση σε τομείς όπως η Υγεία, η Παιδεία, η Πρόνοια, ώστε να ανοίξουν νέα πεδία επενδύσεων για τους ομίλους. Η δε περιβόητη «εξωστρέφεια» της καπιταλιστικής οικονομίας, που αυτονόητα την αφήνει πιο εκτεθειμένη στις διεθνείς μεταβολές, και η «μονοκαλλιέργεια» του Τουρισμού - για τον οποίο ήδη τα κυβερνητικά επιτελεία προαναγγέλλουν νέα ρεκόρ κερδών για φέτος - διαμορφώνουν «τιμές Ευρώπης» σε μια σειρά από κατηγορίες εμπορευμάτων.
Η στήριξη των ομίλων απαιτεί θυσίες χωρίς τέλος για τον λαό
Τα παραπάνω αποκαλύπτουν ότι καπιταλιστικά κέρδη και λαϊκές ανάγκες δεν συμβιβάζονται, ότι η στήριξη των ομίλων έχει ως προϋπόθεση τις συνεχείς θυσίες από τον λαό. Μερικά παραδείγματα από την τελευταία βδομάδα:
Η δημοσιοποίηση των στοιχείων για το έλλειμμα το 2021 (που ήταν μειωμένο σε σχέση με τις κυβερνητικές προβλέψεις, φτάνοντας τελικά τα 11 δισ.) και ο νέος δανεισμός του αστικού κράτους με 3 επιπλέον δισ., από την έκδοση 10ετούς ομολόγου, έδωσαν αφορμή στη ΝΔ να μιλήσει για «ευχάριστα νέα», κλείνοντας το μάτι στους ομίλους και για νέα μέτρα προς όφελός τους, στον δε ΣΥΡΙΖΑ να προπαγανδίσει την ανάγκη αυτά να πέσουν «ντούκου» στο χέρι του κεφαλαίου.
Την ίδια ώρα όμως η κυβέρνηση «προβληματιζόταν» από τα σχετικά υψηλά επιτόκια - απόδειξη του «δυσμενέστερου περιβάλλοντος, που δεν επιτρέπει χαλάρωση», όπως έλεγε - και ο ΣΥΡΙΖΑ τα παρουσίαζε ως αποτέλεσμα της «αναξιοπιστίας» της κυβέρνησης και των μέτρων που παίρνει, που «δεν πείθουν τους επενδυτές». Και οι δύο έλεγαν ουσιαστικά ότι για να μπορέσει το αστικό κράτος να ανακτήσει την «αξιοπιστία» του στις αγορές και να δανείζεται φτηνά για τους ομίλους, θα πρέπει να συνεχίσει χωρίς ανάπαυλα τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις.
Παράλληλα η κυβέρνηση θύμιζε σε όλους τους τόνους ότι μπορεί το έλλειμμα να παρουσιάστηκε μικρότερο, αλλά ο στόχος αυτό να προσγειωθεί φέτος από το 7,3% του ΑΕΠ στο 1,2% παραμένει.
Πώς; Μέσα από την εκτίναξη των άμεσων και έμμεσων φόρων κατά 3,5 δισ. ευρώ που προβλέπει ο προϋπολογισμός, αλλά και μέσα από τις περικοπές ύψους 13,6 δισ. ευρώ, μεταξύ άλλων από την «απόσυρση των μέτρων για την πανδημία». Δείχνοντας έτσι ότι η προστασία της υγείας από την πανδημία και η στήριξη του δημόσιου συστήματος Υγείας θα συνεχίσουν να θυσιάζονται στον βωμό των «αντοχών της οικονομίας».
Η συζήτηση για το «επικαιροποιημένο» Σύμφωνο Σταθερότητας, που ξεκίνησε και επίσημα στο Γιούρογκρουπ της περασμένης Δευτέρας, βρήκε την κυβέρνηση ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ να «ομονοούν» στους στόχους της αστικής τάξης, ζητώντας να υπάρχει «ευελιξία» ώστε τα κρατικά πακέτα για τις «πράσινες» και «ψηφιακές» επενδύσεις να εξαιρούνται από την προσμέτρησή τους στο χρέος και στα ελλείμματα, ο στόχος για τη μείωση των ελλειμμάτων να είναι «ευέλικτος» για κάθε χώρα, και το Ταμείο Ανάκαμψης να μετατραπεί σε μόνιμο μηχανισμό για την πρόσβαση του κεφαλαίου σε «φτηνό χρήμα» με τις πλάτες της ΕΕ.
Εκείνο όμως που στην πρόταση και των δύο είναι «αδιαπραγμάτευτο» είναι ότι ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει τα σπασμένα: Είτε με τη «δημοσιονομική προσαρμογή» που υλοποιεί η ΝΔ, είτε με τους «αυτόματους δημοσιονομικούς σταθεροποιητές» τους οποίους προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, και σε κάθε περίπτωση με τα «προαπαιτούμενα» του υπερμνημονίου του Ταμείου Ανάκαμψης που μπαίνει σε ισχύ.
Σε αυτό ενσωματώνονται πλέον και με τη βούλα οι «μεταμνημονιακές δεσμεύσεις» που κληροδότησε ο ΣΥΡΙΖΑ και υλοποιεί η ΝΔ, με έναν ακόμα γύρο να βρίσκεται σε εξέλιξη, προβλέποντας μεταξύ άλλων την επιτάχυνση των πλειστηριασμών και των εκβιασμών σε βάρος των λαϊκών σπιτιών, ώστε οι τράπεζες να «τρέξουν» πιο γρήγορα έναν νέο γύρο δανειοδοτήσεων για τους ομίλους.
Ο νέος «αναπτυξιακός» νόμος που συζητιέται στη Βουλή, με τη συναίνεση και τις «φιλοφρονήσεις» ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ να χτυπάνε «κόκκινο» (βλέπε σχετικό θέμα), αποτελεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το τι έχει να περιμένει ο λαός από την καπιταλιστική ανάπτυξη. Από τη μία - χτίζοντας πάνω στον νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - προβλέπει και νέα προνόμια για τους ομίλους, όπως φοροαπαλλαγές, εισφοροαπαλλαγές, fast track διαδικασίες για τους επενδυτές. Τι έχουν να περιμένουν τα λαϊκά στρώματα; Τσάμπα δουλειά για τους επιχειρηματικούς ομίλους (οι εργαζόμενοι μάλιστα ουσιαστικά θα πληρώνουν μέσω της φορολογίας... για να δουλεύουν), αλλά και τον αποκλεισμό, με νέους κόφτες και αυστηρότερα κριτήρια, αυτοαπασχολούμενων και επαγγελματιών - όταν ήδη με το προηγούμενο καθεστώς ούτε μία στις 100 πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν πληρούσε τα κριτήρια ένταξης - καταδικάζοντάς τους παραπέρα σε έναν ανταγωνισμό με τα μονοπώλια υπό διαρκώς χειρότερους όρους.
Μονά - ζυγά χαμένος ο λαός «εντός των ορίων» του συστήματος
Τα παραπάνω δείχνουν και γιατί η κυβέρνηση έσπευσε να απορρίψει «ασυζητητί» τα μέτρα που διεκδικούν σωματεία και φορείς για κατάργηση του ΦΠΑ στην Ενέργεια και στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, του ειδικού φόρου στα καύσιμα, με κριτήριο όπως έλεγε ο πρωθυπουργός ότι «η πρώτη μας προτεραιότητα αυτήν τη στιγμή είναι να μην έχουμε από τον Ιανουάριο φαινόμενα εκτροχιασμού της δημοσιονομικής μας πολιτικής», της δυνατότητας δηλαδή να τροφοδοτήσει τους επιχειρηματικούς ομίλους και με νέα πακέτα.
Δείχνουν όμως και τι έχει να περιμένει ο λαός από τα μέτρα - ασπιρίνες που παρουσιάζει η κυβέρνηση και «σκίζει τα ρούχα του» ο ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα που θα παραμένουν άθικτες όλες οι αιτίες που φουντώνουν την ακρίβεια για τον λαό και η πολιτική που «από δέκα μεριές» τσακίζει το λαϊκό εισόδημα.
Ενδεικτικά είναι τα όσα παρουσιάζει η κυβέρνηση ως «μέτρα που στηρίζουν το λαϊκό εισόδημα»: Η «μείωση της φορολογίας» του κεφαλαίου, όταν ο λαός θα συνεχίσει να πληρώνει πάνω από το 95% της φορολογίας και επιπλέον 3 δισ. φόρους. Η «μείωση των εισφορών» των εργαζομένων, που απαλλάσσει τη μεγαλοεργοδοσία από το «κόστος» και ανοίγει νέες τρύπες στα ασφαλιστικά ταμεία, τις οποίες θα κληθούν να πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Τα μέτρα - κοροϊδία για την Ενέργεια, που καλύπτουν ένα όλο και μικρότερο μέρος των αυξήσεων για τον λαό και έρχονται να επιδοτήσουν τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, στέλνοντας τον λογαριασμό επίσης στον λαό.
Και, κυρίως, παρουσιάζοντας ως τέτοιο μέτρο τις κάλπικες υποσχέσεις για «σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού», ανακοινώνοντας μάλιστα μέσα στη βδομάδα και την «επιτάχυνση» των σχετικών διαδικασιών, στη βάση του κατάπτυστου νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου, δηλαδή με κυβερνητική απόφαση και μπούσουλα την «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου.
Αυτά ενώ με βάση τις διαδοχικές αποφάσεις των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ η αφετηρία του κατώτατου μισθού ξεκινάει πίσω και από ...το 2012, το δε συνολικό αντεργατικό πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει από κοινού καθιστά ουσιαστικά «κενό γράμμα» και την όποια αύξηση, αφού οι εργοδότες έχουν «το μαχαίρι και το πεπόνι». Τα στοιχεία άλλωστε μιλάνε: Με την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, την τρομακτική επέκταση της «ευελιξίας» και την επιβολή ατομικών συμβάσεων, των εργολαβικών και των «μπλοκάκηδων», της μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης, τελευταία και με τη θεσμοθέτηση του απλήρωτου 10ωρου με βάση τον άθλιο νόμο Χατζηδάκη, τον Σεπτέμβρη του 2020 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) 3 στους 10 μισθωτούς εργάζονταν με μερική απασχόληση και ο μέσος μισθός τους ήταν 345 ευρώ καθαρά, ενώ ο μέσος εργατικός μισθός για το σύνολο των μισθωτών είναι μόλις 785 ευρώ καθαρά!
Τίποτα από το πλαίσιο αυτό δεν «αγγίζουν» και τα όσα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, που κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν προχωρά σε γενναίες αυξήσεις του κατώτατου μισθού επικαλούμενη ότι «δεν αντέχει η οικονομία», όταν αυτό ακριβώς ήταν το κριτήριο και της δικής του κυβέρνησης για το ψαλίδισμα μισθών και δικαιωμάτων, αλλά και των σημερινών προτάσεών του για «αυξήσεις» με κυβερνητική απόφαση και με βάση τον νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου, και με όλο το υπόλοιπο αντεργατικό πλαίσιο, που καθηλώνει τον μέσο μισθό, να παραμένει άθικτο.
Ενώ και για την Ενέργεια ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει «μέτρα μέσα στα όρια της ΕΕ», στα όρια δηλαδή των «δημοσιονομικών αντοχών» και της λεγόμενης «εργαλειοθήκης» της Κομισιόν που παρουσιάστηκε το προηγούμενο διάστημα, και ξεκαθαρίζει ότι τα όποια ελάχιστα μέτρα πάρουν τα κράτη - μέλη για την ενεργειακή φτώχεια θα πρέπει να είναι προσωρινά και «στοχευμένα» στους πιο φτωχούς, με αυστηρές οδηγίες «απόσυρσής» τους «μόλις η κατάσταση σταθεροποιηθεί».
Ο λαός μπορεί να ζήσει καλύτερα
Απέναντι στην πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και στην κοροϊδία των ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ για δήθεν λύσεις «εντός των ορίων της ΕΕ», απέναντι σε παλιούς και νέους «σωτήρες», ο λαός χρειάζεται να δυναμώσει τον δικό του αγώνα για:
-- Κατάργηση του ΦΠΑ στην Ενέργεια και στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, του ειδικού φόρου στα καύσιμα.
-- Αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, με κατάργηση των αντεργατικών νόμων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
-- Διαγραφή χρεών και μείωση της φορολογίας για τους αυτοαπασχολούμενους, επαναφορά του αφορολόγητου ορίου στα 12.000 ευρώ.
-- Προστασία του αγροτικού εισοδήματος, με πραγματική μείωση του κόστους παραγωγής και ελάχιστες εγγυημένες τιμές.
Στον αγώνα αυτό οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπαίνουν μπροστά, προβάλλουν ότι ο λαός μπορεί να ζήσει πολύ καλύτερα με βάση τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα, ότι το μεγάλο εμπόδιο είναι το κεφάλαιο και η εξουσία του. Οτι ο ελπιδοφόρος δρόμος για τον λαό είναι ο σοσιαλισμός, που με τον κεντρικό σχεδιασμό της κοινωνικής παραγωγής, με τον λαό πραγματικά στην εξουσία, θα διασφαλίσει φτηνή Ενέργεια για όλους, επαρκή, φτηνά και ποιοτικά τρόφιμα, μετακινήσεις που να καλύπτουν τις ανάγκες, Παιδεία - Υγεία στο ύψος των απαιτήσεων, δραστική μείωση του εργάσιμου χρόνου για όλους, συνδυασμένη ικανοποίηση όλων των λαϊκών αναγκών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.