Βίος και θαύματα του Αγίου Γεωργίου Νεομάρτυρος εξ Ιωαννίνων-Πως απελευθέρωσε τα Ιωάννινα (Μάχη του Μπιζανίου)
Ο νεομάρτυς Γεώργιος, ο νέος αθλητής του Χριστού, το καύχημα των Ιωαννίνων, γεννήθηκε το 1808 στο χωριό Τζούρχλη (τώρα Άγιος Γεώργιος) των Γρεβενών. Οι γονείς του ήταν πάμπτωχοι σε υλικά αγαθά, πλούσιοι όμως σε πίστη και αρετές. Αυτά φύτεψαν μέσα στην τρυφερή ψυχή του γιου τους.
Με την πάροδο του χρόνου προσελήφθη ως ιπποκόμος στην υπηρεσία του Χατζή Αβδουλάχ που ήταν αξιωματικός του Εμίν πασά. Οι Τούρκοι δεν τον φώναζαν με το όνομά του αλλά με το «Γκιαούρ Χασάν» και έτσι οι περισσότεροι Τούρκοι τον θεωρούσαν Οθωμανό.
Το 1836 ο Αβδουλάχ ήρθε στα Ιωάννινα. Όταν ο Γεώργιος έφθασε σε ηλικία γάμου, αρραβωνιάσθηκε μια νέα και ενάρετη Χριστιανή, την Ελένη.
Ένας χότζας, που γνώριζε πως ο Γεώργιος εργάζεται στον Αβδουλάχ και τον φώναζαν με τούρκικο όνομα «Γκιαούρ Χασάν», σταμάτησε μια ημέρα τον ευλογημένο Γεώργιο και του λέγει: «Πως εσύ, ενώ είσαι Τούρκος, θέλεις να πάρεις Χριστιανή γυναίκα»; Ο δε Άγιος αποκρίθηκε: «Εγώ, που είμαι Χριστιανός, θέλω να πάρω και Χριστιανή γυναίκα».
Ο χότζας τρέχει και τον συκοφαντεί στο δικαστή λέγοντας: «Κάποιος ζητά να πάρει γυναίκα Χριστιανή, ενώ τον ξέρω για Τούρκο».
Ο δικαστής δίνει εντολή να συλλάβουν τον Άγιο. Φέρουν τον Γεώργιο μπροστά στον δικαστή και εκείνος τον ρωτάει αν είναι Χριστιανός ή Τούρκος. Ο Γεώργιος αποκρίνεται με θάρρος: «Εγώ είμαι Χριστιανός» και έκανε το σημείο του Σταυρού.
Βλέποντας ο δικαστής αυτά έστειλε τον Άγιο στο βεζύρη και εκεί ο Γεώργιος ομολογεί πως είναι Χριστιανός. Ο βεζύρης, μόλις έμαθε πως ο Άγιος εργαζόταν στον Αβδουλάχ, τον κάλεσε και τον ρώτησε αν πράγματι είναι Χριστιανός.
Το αφεντικό του δεν αρνήθηκε πως πράγματι ήταν Χριστιανός. Ο βεζύρης τον ελευθέρωσε. Μετά από λίγες μέρες στεφανώθηκε με την Ελένη. Ο Αβδουλάχ έφυγε από τα Γιάννενα ακολουθώντας τον Εμίν πασά.
Ο Άγιος τον ακολούθησε, αλλά επέστρεψε πάλι στα Γιάννενα και προσελήφθη ως ιπποκόμος στον Μουτεσελήμη Φιλιατών. Εκεί έμεινε τρεις μήνες και επέστρεψε πάλι στα Γιάννενα.
Γύρω στα τέλη του Δεκεμβρίου του επόμενου χρόνου γέννησε η γυναίκα του γιο και ο Γεώργιος έμεινε κοντά στην οικογένειά του ζητώντας άδεια, γιατί το αφεντικό του έφυγε απ’ τα Ιωάννινα. Στις επτά Ιανουαρίου βάπτισε το γιο του και τον ονόμασε Ιωάννη.
Μία Τετάρτη του Ιανουαρίου του 1838 το πρωί ζήτησε τα καλά του ρούχα και έφυγε λέγοντας στη γυναίκα του πως θα πάει να βρει δουλειά.
Περνώντας απ’ την αγορά παρουσιάζεται ο χότζας που τον είχε συκοφαντήσει. Μαζί του ήταν και ο κατής Μπουλούμπασης. Αμέσως συλλαμβάνει τον Άγιο και του λέγει: «Έως πότε θα γελάς με την πίστη; Τούρκος είσαι ή Χριστιανός;»
Εκείνη τη στιγμή περνούσε ο αδελφός της Ελένης, ο Αλέξιος, και προσπάθησε να πάρει τον Γεώργιο από τα χέρια του χότζα και δημιουργήθηκε σύγχυση.
Απέναντι ήταν η κατοικία του Νταούτ πασά, αρχηγού των τακτικών στρατευμάτων.
Βλέποντας τη σύγχυση στέλνει ανθρώπους και του φέρνουν τον Γεώργιο και τους άλλους. Ο πασάς ρώτησε για ποιά αιτία έγινε η συμπλοκή και οι συκοφάντες απάντησαν: «Αυτός είναι Τούρκος και όλοι τον γνωρίζουμε, τώρα όμως έγινε Χριστιανός».
Τότε ο Άγιος απάντησε: «Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θα πεθάνω». Τότε ο Νταούτ πασάς τον στέλνει στον κριτή.
Ο κριτής τον γνώρισε απ’ την πρώτη φορά και του είπε: «Χριστιανός είσαι εσύ;». Ο Άγιος απάντησε: «Ναι» και ο κριτής του λέγει: «Ένα καιρό ήσουνα Χριστιανός, μα τώρα είσαι Τούρκος». Ο Άγιος δυναμωμένος απ’ τη θεία Χάρη του απαντά: «Όχι, Χριστιανός είμαι και εσύ ο ίδιος το μαρτυρείς».
«Όλοι αυτοί εδώ μαρτυρούν πως ήσουνα Τούρκος και μετά απ’ αυτό ένα απ’ τα δύο θα γίνει: ή θα τουρκέψεις ή θα πεθάνεις». Ο Άγιος απάντησε: «Ότι θέλεις κάνε».
Εκεί βρισκόταν και ένας γέρος αρνησίθρησκος και λέγει στον Άγιο: «Εγώ είχα εβδομήντα χρόνια σ’ αυτή την πίστη και τώρα έγινα Μουσουλμάνος», ο δε Άγιος του απαντά: «Ώ αναίσχυντε, άφησες την πίστη μας που είναι λαμπρότερη και από τον ήλιο. Με ποιά συνείδηση χωριστήκες απ’ την οικογένειά σου και μάλιστα ο ένας γιός σου είναι ιερέας; Δεν πόνεσε η ψυχή σου να τους αποχωρισθείς;».
Ακούγοντας αυτά οι Τούρκοι εξοργίστηκαν και τον οδηγούν απ’ τον κριτή στον ανθύπατο. Εκεί ομολογεί πάλι τον Χριστό. Τέλος με διαταγή του ανθυπάτου φυλακίζεται. Στη φυλακή συνάντησε και άλλους Χριστιανούς και τον ρώτησαν για ποιά αιτία φυλακίσθηκε. Ο Άγιος τους διηγήθηκε τα γενόμενα.
Εκείνοι άρχισαν να τον ενθαρρύνουν για το μαρτύριο. Την επομένη μέρα οδηγούν τον Άγιο στον δικαστή, ο οποίος τον παρεκίνησε με τους άλλους να τουρκέψει, αλλά αρνήθηκε λέγοντας: «Χριστιανός είμαι, Χριστιανός αποθνήσκω».
Μετά τον οδηγούν στο δεσμωτήριο και βάζουν τα πόδια του στο τιμωρητικό ξύλο και στα νύχια του έβαλαν αγκάθια και τον κτυπούσαν συνεχώς και ο πόνος ήταν μεγάλος.
Το άγιο σώμα του έγινε ολόκληρο μια πληγή. Επάνω του έβαλαν πλάκα βάρους πενήντα οκάδων. Αυτός όμως κοιμήθηκε ελαφρά και δεν αισθάνθηκε το βάρος. Όταν ξύπνησε τον ρώτησαν οι άλλοι: «Αδελφέ, πως πέρασες απόψε; Φοβηθήκαμε μήπως αποθάνεις από το βάρος της πέτρας».
Ο Άγιος είπε: «Δεν αισθάνθηκα κανέναν πόνο, είδα και οπτασία που με ενίσχυσε. Ένας νέος λευκοφορεμένος ήλθε και μου είπε: «Μη φοβάσαι, Γεώργιε»». Την άλλη μέρα ήταν Σάββατο και τον οδηγούν ξανά στον δικαστή για να κηρύξει για τρίτη φορά την πίστη του στον Χριστό.
Ο δικαστής του λέγει: «Τι αποφάσισες; Ήρθε η ώρα να θανατωθείς». Ο Άγιος του απάντησε: «Ότι θέλεις κάμε, δεν σε φοβούμαι καθόλου».
Βλέποντας το θάρρος του αποφάσισε να τον ελευθερώσει. Αλλά οι Τούρκοι φώναζαν ότι πρέπει να θανατωθεί ο υβριστής του Μωαμεθανισμού. Ένας Τούρκος ο Σιέχ Αλής παρουσιάστηκε δύο φορές στο Βεζύρη και τον παρεκίνησε να καταδικάσει τον Άγιο.
Την ώρα που ο δικαστής εξέδωκε την απόφαση μια αστραπή αυλάκωσε τον ουρανό και ακούστηκε τρομερός κρότος. Στη λίμνη έγινε μεγάλος αναβρασμός, όλοι φοβήθηκαν και μερικοί είπαν: «Κάποιος δίκαιος στέλνεται στην κρεμάλα».
Μόλις τα έμαθαν αυτά οι Χριστιανοί των Ιωαννίνων, κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια για να ελευθερώσουν τον Γεώργιο, αλλά στάθηκε αδύνατο.
Έστελναν ανθρώπους στη φυλακή να ενθαρρύνουν τον Άγιο και ο μακάριος τους έλεγε: «Μη φοβείσθε, αδελφοί, και εγώ θα μαρτυρήσω προθυμότατα για τον Χριστό μας».
Όσον καιρό ήταν στη φυλακή, οι Τούρκοι δεν σταμάτησαν να τον παρακινούν να τουρκέψει, δίδοντάς του ως αντάλλαγμα πολλά αγαθά και δόξες. Ο δε Άγιος τους απαντούσε: «Είμαι Χριστιανός».
Όταν λοιπόν ξημέρωσε η Δευτέρα, 17 Ιανουαρίου 1838 γύρω στις 9 η ώρα έρχονται πέντε δήμιοι. Τότε ένας Χριστιανός λέγει στον Άγιο: «Μη φοβηθείς, αδελφέ, αλλά υπόμενε, λίγος είναι ο πόνος, υστέρα θα χαίρεσαι στον αιώνα τον άπαντα».
Ενώ έλεγαν αυτά, ο δεσμοφύλακας άνοιξε την πόρτα και λέγει στον Άγιο να σηκωθεί. Τον παρέλαβαν οι δήμιοι και τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου.
Ο Άγιος έτρεχε με μεγάλη προθυμία «ως η διψώσα έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων», όπως λέγει ο Προφητάναξ Δαυΐδ.
Φέροντας λοιπόν τον Άγιο στην τοποθεσία που λέγεται Κουρμανιό τον ρώτησαν πάλι: «Τι είσαι συ;». Ο Άγιος είπε: «Χριστιανός, προσκυνώ τον Χριστό μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκο».
Έπειτα παρακάλεσε τους δήμιους να του λύσουν τα χέρια και, αφού τα έλυσαν, έκανε το σημείο του Σταυρού και είπε προς τους Χριστιανούς: «Συγχωρείστε με, αδελφοί, και ο Θεός ας συγχωρήσει εσάς».
Οι δήμιοι πέρασαν το σχοινί στο λαιμό του Μάρτυρος και αφού το τράβηξαν, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου.
Κατά τη συνήθεια των Τούρκων το άγιο λείψανο έπρεπε να μείνει τρεις ημέρες στην αγχόνη. Κάθε βράδυ οι φύλακες έβλεπαν ουράνιο φως που έλαμπε γύρω από τον Άγιο και το νόμιζαν για αστραπή που θα τους έκαιε.
Μετά τρεις ημέρες, κατόπιν παρακλήσεως των Χριστιανών, ο Βεζύρης κάλεσε τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Ιωακείμ και του έδωσε την άδεια ενταφιασμού του αγίου λειψάνου.
Το πήραν οι Χριστιανοί και το έφεραν στο Μητροπολιτικό ναό του αγίου Αθανασίου, όπου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι Αρχιερείς και πλήθος χριστιανών και ενταφίασαν το άγιο λείψανο στο αριστερό μέρος της Εκκλησίας.
Όσοι από τους Χριστιανούς έλαβαν κάτι είτε από το σχοινί που κρέμασαν τον άγιο είτε από τα ενδύματά του είδαν μεγάλη ωφέλεια, και όσοι ασθενείς έτρεχαν στον τάφο του Αγίου με πίστη θεραπεύονταν.
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1839 ο Νεομάρτυς Γεώργιος ανακηρύσσεται από την Εκκλησία μας Άγιος και Εθνομάρτυς βάσει της εκθέσεως την οποία έστειλε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων και η οποία υπεγράφη από τον πρώην Βελλάς Λεόντιο και Περιστεράς Σεραφείμ και από άλλους κληρικούς και λαϊκούς, οι οποίοι βεβαίωσαν την τέλεση πολλών θαυμάτων στον τάφο του Νεομάρτυρος. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου.
Ας δοξάσουμε και εμείς τον Πανάγαθο Θεό, γιατί ο θάνατος του αγίου Γεωργίου του νεομάρτυρος έγινε ανάσταση των πιστών και πτώση των απίστων.
Στις 26 Οκτωβρίου του 1971 έγινε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του αγίου Γεωργίου πολιούχου της πόλεως των Ιωαννίνων, παρουσία πολλών Αρχιερέων και πλήθους κόσμου.
Μετέφεραν τα λείψανά του στον νέο ναό που φέρει το όνομά του και βρίσκεται στην πλατεία Πάργης. Εκεί σε ειδικό χώρο είναι εκτεθειμένα για προσκύνηση.
Ο άγιος Γεώργιος με το μαρτύριο του απέδειξε ότι πράγματι ήταν ένα γνήσιο παιδί του Θεού και της Ελλάδος. Γιατί βάδισε τον δρόμο του μαρτυρίου «αίρων τον Σταυρόν του Κυρίου» για την αγάπη Του και τη δόξα Του. Και με το μαρτύριο του έγινε η αιτία να αναπτερωθεί η πίστη στον Χριστό και να σταματήσει το δυνατό ρεύμα του εξισλαμισμού που κυριολεκτικά μάστιζε τον τόπο μας. Η θυσία του υπήρξε ένας μεγάλος σταθμός στην ιστορία της Εκκλησίας των Νεομαρτύρων και πηγή πνευματικού ανεφοδιασμού για τους Χριστιανούς που αγωνίζονταν τον καλόν αγώνα της αρετής. Δεν στήριξε μόνον την πίστη των υπουδούλων Χριστιανών αλλά ανύψωσε και το εθνικό φρόνημα ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδος μας, όπως και έγινε.
Γι’ αυτό εκτός από Νεομάρτυς ο άγιος Γεώργιος είναι και Εθνομάρτυς. Έτσι δίνει ένα μεγάλο παράδειγμα για μίμηση σε μας, αφού είναι αντάξιος της πίστεως των Αγίων για τους οποίους γράφει ο Απόστολος των Εθνών ότι «δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας» (Εβρ. ια΄ 33).
«ΕΙΜΑΙ Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ!…ΚΑΛΑ ΕΚΑΝΕΣ ΚΥΡΙΕ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΜΕ ΠΗΡΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΩ ΜΕ ΑΛΛΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ!»
Βαρυχειμωνιά είχε πλακώσει τέτοιες ημέρες όχι πολλά χρόνια πριν στην Δυτική Μακεδονία. Ήταν οι χρονιές που «έψηναν» στα κάστανα την συμφωνία των Πρεσπών. Η Εγνατία οδός φρακαρισμένη στο χιόνι και μετά δυσκολίας γινόταν η κυκλοφορία με αλυσίδες.
Κάποιος αδελφός είχε μια υποχρέωση στην όμορφη πόλη των Γρεβενών της Ελληνικοτάτης Μακεδονίας μας ( για να μην ξεχνιόμαστε ) και επέστρεφε στην Θεσσαλονίκη. Λίγο έξω από τα Γρεβενά εκεί στον κόμβο με το χωριό του ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ που η παράδοση το θέλει γενέτειρα του Αγίου Νεομάρτυρος εξ Ιωαννίνων, σταμάτησε για να βάλει αλυσίδες.
Τα χέρια του είχαν παγώσει και δυσκολευόταν, αλλά μόλις σήκωσε τα μάτια μπροστά στο καπό, βλέπει ένα παλληκαράκι με λεπτό μουστακάκι να του χαμογελάει και να του προτείνει να τον βοηθήσει.
Πράγματι όλα τελείωσαν στο άψε – σβήσε. Ευχαριστώντας το παλληκάρι αυτό, άκουσε να του λέει:
«Αν πας Θεσσαλονίκη, μπορείς να με πάρεις και εμένα, θέλω να πάω στον ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ για να τον προσκυνήσω.»
Τάχασε ο οδηγός , το μυαλό του κατακλύστηκε από σκέψεις διάφορες, «τόσες ώρες με έναν άγνωστο και που ξέρεις τι είναι και τι μπορεί να σου κάνει στην διαδρομή;». Βλέποντας όμως το καθαρό πρόσωπο του νέου δεν δίστασε να του πει: – εντάξει παλληκάρι μου , ευκαιρία να προσκυνήσω και εγώ μαζί σου την ΧΑΡΗ του ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.
O νέος του συστήθηκε: «Με λένε Γιώργο και ασχολούμαι με άλογα στην περιοχή».
Όλα γύρω παγωμένα αλλά το αυτοκίνητο τσουλούσε λες και ήταν πάνω σε ένα αερόστρωμα.
Και φυσικά η συζήτηση με τον νέο περιεστράφει γύρω από τα τότε τεκταινόμενα για το Σκοπιανό και τις αντιδράσεις του κόσμου. Έλεγε, έλεγε ο οδηγός…είχε πιάσει όλους τους πολιτικούς και τους ανεβοκατέβαζε γενιές 14ερες.
Ο συνοδηγός τον άκουγε με προσοχή , κουνώντας το κεφάλι του, λες και επικροτούσε, ότι άκουγε από τον συνομιλητή του. Αφού πέρασαν τις σήραγγες της Εγνατίας και στην μεγάλη κατηφοριά της Βέροιας ο νέος άρχισε να σταυροκοπιέται συνέχεια.
Καλά του λέει ο οδηγός -τι σε έπιασε ξαφνικά, για πόσες εκκλησίες και αγίους σταυροκοπιέσαι; τον ρώτησε και ο νέος του απάντησε:
«η Βέροια είναι γεμάτη με πολλούς νεομάρτυρες από τα χρόνια της σκλαβιάς που δεν τους ξέρετε, αλλά για μένα είναι φίλοι μου».
Παράξενα πράγματα είπε μέσα του οδηγός και ξεκίνησε πάλι να του μιλάει για τους πολιτικούς που διαπραγματευόταν για την ονομασία της Μακεδονίας.
Αφού πέρασαν τον Κόμβο στο ΚΛΕΙΔΙ μπήκαν στην μεγάλη ευθεία προς την Θεσσαλονίκη.
Στέγνωσε το στόμα του οδηγού να μιλάει και σώπασε για λίγο, όταν άκουσε τότε τον συνοδηγό του να του αποκαλύπτει, ότι αυτό που άνοιξαν οι Σκοπιανοί με τους φίλους τους «θα το λύσει ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΣ, όταν ξαναεπιτεθούν οι τούρκοι στην Ελλάδα».
Μόλις το παλληκάρι είπε την λέξη «τούρκοι» το πρόσωπο του έκανε συσπάσεις πόνου και κοιτούσε τα πόδια του.
– Τι έχεις; τον ρώτησε , σαστισμένος ο οδηγός.
Αμίλητος ο νέος δίπλα του…
Σε ένα φανάρι μέσα στην Θεσσαλονίκη έσκυψε ο οδηγός να δει τα πόδια του νέου που έδειχνε ότι πονάει και τι να δει;..
Τα πάντα είχαν γεμίσει αίματα!!!
– ΠΑΝΑΓΙΑ μου είπε ,να σε πάω σε κοντινό νοσοκομείο.
«Όχι αδελφέ μου , δεν είναι τίποτε πάντα τέτοια μέρα ανοίγουν οι πληγές στα πόδια μου που μου έκαναν οι τούρκοι, να με πας στον ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ» του σύστησε.
-Ποιοι τούρκοι και γιατί να μην τον πάω στο νοσοκομείο, αφού είμαι υπεύθυνος για την υγεία του; αναρωτήθηκε ο οδηγός για τα παράδοξα. Τελικά τον έπεισε να τον πάει σε νοσοκομείο της πόλης.
Εκείνη την στιγμή δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτε από όσα του είπε ο νέος για τους τούρκους, έβλεπε τα αίματα στις μοκέτες της θέσης του συνοδηγού και τρόμαζε με τις εικόνες αυτές.
Έξω από το νοσοκομείο μεταξύ της στάθμευσης των επειγόντων και μέχρι να φωνάξει ένα καροτσάκι , ο νέος είχε εξαφανιστεί από την θέση του συνοδηγού, ρώτησε , ξαναρώτησε σε όλο το νοσοκομείο , κανείς δεν είδε τον νέο αυτό, όπως τον περιέγραφε.
Πήγε και στον ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ αλλά και εκεί δεν τον βρήκε μόνο προσκύνησε τον ΑΓΙΟ στην λάρνακα του που μυρόβλυζε!!!
Στο μυαλό του μπήκαν πάλι πολλοί λογισμοί
– Τι παράξενα πράγματα είναι όλα αυτά, καλύτερα να μην τον έπαιρνα μαζί μου στο ταξίδι.
Μέχρι και στην αστυνομία σκέφτηκε να πάει και να καταγγείλει το συμβάν.
Το βράδυ αποκαμωμένος από τα γενόμενα, βλέπει τον νέο, συνταξιδευτή του κατ΄όναρ να του λέει:
– Καλά έκανες κύριε Κώστα και με πήρες για την Θεσσαλονίκη.
– Πάντα τέτοιες μέρες πριν την γιορτή μου έρχομαι με άλλους νεομάρτυρες αδελφούς και συναντούμε στην Θεσσαλονίκη τον ΑΓΙΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ… πάνω στο μαρτύριο του στηρίχτηκαν και τα δικά μας μαρτύρια για τον ΧΡΙΣΤΟ!!!.
– Είμαι ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ο εξ Ιωαννίνων που με κρέμασαν οι τούρκοι κτυπώντας αλύπητα πρώτα τα πόδια μου, σέρνοντας με…
– Από τα αίματα που είδες, θα μείνει ένα μόνο μικρό σημείο πάνω στην μοκέτα ξεραμένο αίμα, να το κόψεις και είναι το δώρο που σου κάνω για το ταξίδι που μου χάρισες.
– Όλα θα γίνουν κατά το ΑΓΙΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ για την πατρίδα και μην ανησυχείς, έχουν γνώση οι φύλακες.
– Αυτά τα αίματα μας θα τρομάξουν τους τούρκους που θα ξαναέλθουν με τις πλάτες άλλων…
ΠΩΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕ ΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ
(Μάχη του Μπιζανίου)
21η Φεβρουαρίου 1913
Ένα άγνωστο σε πολλούς γεγονός στη Μάχη του Μπιζανίου, 1912-1913. Η σημαντικότερη Μάχη των Α’ Βαλκανικών Πολέμων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για την Απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Ένας πόλεμος 100 ημερών μέσα σε πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες και απέναντι σε έναν καλά οργανωμένο και τέλεια οχυρωμένο Τουρκικό Στρατό.
Τα Οχυρά Μπιζανίου λόγω της φύσης του εδάφους και της τέλειας κατασκευής ήταν απόρθητα. Το χιόνι, το κρύο και οι κακουχίες μεγαλύτερος ακόμη εχθρός για τους Έλληνες Στρατιώτες.
Τα Γιάννενα όμως, αυτή η Ιστορική Πόλη των Γραμμάτων και των Εθνικών Ευεργετών έπρεπε να ελευθερωθούν, ήταν απαίτηση όλων των Ελλήνων.
Εθελοντές από όλη την Ελεύθερη Ελλάδα και κυρίως από Κρήτη ήλθαν γι’ αυτόν τον αγώνα.
Βραδιάζει η 20η Φεβρουαρίου 1913, μια ακόμα παγερή νύχτα για τους Έλληνες Στρατιώτες των Προφυλακών Μάχης.
Κάπου εκεί στα μεσάνυχτα αυτοί οι στρατιώτες της Προφυλακής, βλέπουν στον απέναντι λόφο μια φωτεινή φιγούρα, κάτι ανεξήγητο και απόκοσμο, έναν νεαρό άντρα γύρω στα τριάντα με κόκκινο φέσι και γιλέκο και μακριά φουστανέλα.
Δεν πατούσε στη γη, σαν να πετούσε λίγο πιο ψηλά από το έδαφος. Τρόμαξαν και άρχισαν να φωνάζουν. Έρχεται πιο κοντά τους. Στο χέρι του κρατούσε Σταυρό και ένα απαλό λευκό φως τύλιγε το σώμα του και τους λέει:
«Μην φοβάστε αύριο θα είστε νικητές. Με το ξημέρωμα η πόλη μου θα είναι ελεύθερη είναι Θέλημα Θεού» και όπως ήλθε έτσι και εξαφανίστηκε.
Κατεβαίνουν γρήγορα και πάνε στον καταυλισμό και βλέπουν και εκεί τους στρατιώτες αναστατωμένους. Τον είδαν και αυτοί.
Εκείνη την νύχτα έγινε μια επιχείρηση, καταδρομική θα έλεγα από άλλη κατεύθυνση την οποία δεν γνώριζε ούτε ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος. Ένας παράτολμος Ταγματάρχης ο Ιωάνης Βελισσάριος, παίρνει το Τάγμα του, δεν πάει προς Μπιζάνι αλλά πίσω από την Δουρούτη και παρουσιάζεται ξαφνικά μπροστά στις Τουρκικές Προφυλακές της πόλης στο σημερινό Στρατόπεδο που φέρει το όνομα του “Βελισσαρίου”.
– «Το Μπιζάνι έπεσε είστε περικυκλωμένοι» τους λέει και αυτοί βλέποντας ένα ολόκληρο Τάγμα στην άκρη της πόλης τον πίστεψαν. Ειδοποιεί κοντά στα ξημερώματα τον Διάδοχο Κωνσταντίνο να ετοιμαστεί για τις διαπραγματεύσεις παραλαβής της πόλης, ο οποίος και του είπε για το παράτολμο και άνευ διαταγής επιχείρημα του την ιστορική φράση:
«Σου πρέπει Ράπισμα, αλλά και Φίλημα».
Ο Ελληνικός Στρατός την επομένη, 21 Φεβρουαρίου, μπαίνει Νικητής στη θρυλική πόλη. Γίνεται η παράδοση της πόλης από τον Εσάτ Πασά και την μεθεπομένη παρελαύνει ο Ελληνικός Στρατός μπροστά στους ενθουσιώδες Γιαννιώτες και πάνε στην Μητρόπολη Ιωαννίνων για την Δοξολογία.
Μπαίνοντας στον Ναό της Μητρόπολης οι στρατιώτες βλέπουν μπροστά τους την εικόνα ενός Αγίου Φουστανελά.
Άρχισαν να φωνάζουν δυνατά και να κλαίνε μέσα στην εκκλησία «Αυτός, Αυτός ήταν στο Μπιζάνι. Αυτός μας είπε θα πάρουμε την πόλη». Κλάματα, ευχαριστίες, δοξολογίες από όλο τον γονατισμένο λαό. Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού.
Θα μπορούσε να ακουστεί από μερικούς η παραπάνω διήγηση ως ένα ακόμη θρησκευτικό μύθευμα, δεν είναι όμως.
Στα Γιάννενα τότε υπήρχε Γαλλικό Προξενείο και η σύζυγος του Γάλλου Πρόξενου ήταν η γνωστή Γαλλίδα Λογοτέχνης Γκυ Σαντεμπλέρ (ψευδώνυμο της Jeanne-Violet- Dussap) η οποία και κρατούσε ημερολόγιο της Πολιορκημένης Πόλης και των Πολεμικών Γεγονότων. Δεν ήταν θρησκευόμενη γυναίκα, το αντίθετο μάλιστα. Αυτή λοιπόν ιστορεί τα παραπάνω και μίλησε και η ίδια με τους στρατιώτες.
Είναι γνωστό ότι σε πολλές κρίσιμες μάχες ο Θεός στέλνει Άγιες Μορφές που ενισχύουν τους πιστούς. Έχουμε παράδειγμα και από την Παλαιά Διαθήκη ακόμα, όπου ο Ιησούς του Ναυή στην πολιορκία της Ιεριχώ βλέπει έναν άνθρωπο με ρομφαία απέναντι του και τον ρωτά «Δικός μας είσαι ή των εναντίων;» – «Αρχιστράτηγος Δυνάμεως Κυρίου είμαι» του απαντά. Ξέρουμε όλοι πώς έπεσε η καλά οχυρωμένη πόλη της Ιεριχώ.
Τα πρώτα θαύματα μετά το μαρτύριο του Αγίου
Τρεις ημέρες παρέμεινε το μαρτυρικό σώμα του γενναίου αθλητού της πίστεως Γεωργίου στην αγχόνη. Εκεί, δίπλα στην πύλη του κάστρου, στο πιο κεντρικό σημείο της πόλεως, για να μπορέσουν να το δουν όλοι. Και πράγματι μικροί και μεγάλοι, συγκλονισμένοι ή και περίεργοι έτρεχαν να δουν τον τριαντάχρονο λεβέντη της χριστιανοσύνης, τον μάρτυρα της πίστεως. Για τους Τούρκους ήταν παράδειγμα απονομής δικαιοσύνης σε κάποιον που έλεγαν ότι προσέβαλε την πίστη τους. Για τους Χριστιανούς ήταν ακόμη μια θυσία για του Χριστού την πίστη την αγία και ένοιωθαν διπλά αισθήματα· θλίψη γιατί ο τουρκικός ζυγός παρέμενε άδικος και μοχθηρός, ενώ λίγο παρακάτω υπήρχε ελεύθερη Ελλάδα, και χαρά, γιατί αυτή η θυσία έδειξε τη δύναμη του Χριστού και τα μεγάλα κατορθώματα της πίστεως.
Δεν θέλησε όμως ο Θεός να μείνει χωρίς δόξα ο καλλίνικος αθλητής Του. Αυτός που είπε: «Τους δοξάζοντας με δοξάσω» πλημμύρισε με ουράνιο φως από το πρώτο βράδυ το μαρτυρικό σώμα που βρισκόταν κρεμασμένο στην αγχόνη. Το Θαβώριο φως της Μεταμορφώσεως, που τύφλωνε τους προκρίτους των μαθητών του Χριστού μας και ανάγκασε τον πρωτοκορυφαίο Πέτρο να σκεπάσει το πρόσωπό του πέφτοντας κάτω, φώτιζε όλους τους περαστικούς, και τους μεν ευσεβείς θέρμαινε και φώτιζε, τους δε απίστους κατέκαιε με τις πυρφόρες ακτίνες του. Οι Τούρκοι φύλακες ομολόγησαν ότι έβλεπαν κάθε νύχτα ένα φως που κατέβαινε στο κεφάλι του νεομάρτυρα Γεωργίου σαν χρυσό στεφάνι και ενώ απορούσαν παρέμεναν στην απιστία τους και θεωρούσαν τα συμβάντα σατανικά. Όταν προσπαθούσαν να πλησιάσουν το φως εκείνο απομακρυνόταν και έτσι προσπάθησαν να το διώξουν οι ταλαίπωροι, αν είναι δυνατόν, και μαζί του τη δόξα του Θεού πυροβολώντας το.
Το θαύμα διαδόθηκε αστραπιαία και πολλοί έσπευδαν να το δουν. Την τρίτη ημέρα κάποιοι συνάδελφοι του μάρτυρος ιπποκόμοι ζήτησαν την άδεια να πάρουν το άγιο σκήνωμα να το θάψουν και για να το επιτύχουν δωροδόκησαν το φιλάργυρο Μουσταφά Νουρή Πασά. Έτσι το απόγευμα της 19ης Ιανουαρίου ξεκρέμασαν το μαρτυρικό σώμα και διαπίστωσαν ότι, παρά το δριμύτατο κρύο αυτό διατηρούσε τη θερμοκρασία του και ήταν μαλακό και εύκαμπτο και καθόλου μελανιασμένο, λες και ο απαγχονισμός είχε γίνει λίγη ώρα νωρίτερα.
Mε ευλάβεια, δέος και συντριβή εξ αιτίας και αυτού του θαύματος, το κατέβασαν σε βάρκα που περίμενε στην τάφρο του Κάστρου και με μεγάλη προφύλαξη ακολουθώντας τα νερά της λίμνης το μετέφεραν στο Ναό του Αγίου Αθανασίου, όπου το σαβάνωσαν στο παρεκκλήσι της Αγίας Μαρίνας και το έθαψαν με χριστιανική μεγαλοπρέπεια. Στην εξόδιο ακολουθία προεξήρχε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιωακείμ, ο οποίος είχε την πεποίθηση ότι κήδευε έναν Άγιο της Εκκλησίας μας. Το γενναίο φουστανελά ενταφίασαν με τιμές έξω από το αριστερό παραπόρτι του Αγίου Βήματος εκεί που βρίσκεται μέχρι σήμερα ο χαριτόβρυτος τάφος του.
Όσοι πιστοί πήραν κομμάτια από την τριχιά της αγχόνης του νεομάρτυρα ή από το πανί του εσωρούχου του για ευλογία είδαν αμέτρητα θαύματα, αφού αυτά η χάρη του Θεού τα έκανε δοχεία ιαμάτων. Το ίδιο συνέβη και με το ζωνάρι του καθώς και με την κάλτσα του, όπως διηγήθηκαν αξιόπιστα πρόσωπα από τα Τρίκαλα.
Την ώρα που το λείψανο του Αγίου βρισκόταν στο Ναό, πριν την εξόδιο Ακολουθία, ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιωακείμ ο Χίος κάλεσε τον πρωτοψάλτη του Μητροπολιτικού Ναού Πέτρο Γεωργιανή, που ήταν και ζωγράφος, να ζωγραφίσει την εικόνα του Αγίου. Αυτός αφού άγγιξε όλο το μαρτυρικό σώμα, το πρόσωπο και τον τράχηλο του μάρτυρος και έκανε ένα προσχέδιο, έτρεξε στο σπίτι του χωρίς να πλύνει τα χέρια του και πλησίασε την ετοιμοθάνατη από υδρωπικία μητέρα του, της οποίας οι γιατροί δεν έδιναν ελπίδες ζωής. «Μην απελπίζεσαι» της είπε, «θα σε αγγίξω με τα χέρια που άγγιξαν τον Άγιο Γεώργιο και είμαι βέβαιος ότι θα θεραπευθείς». Έτσι και έγινε. Σε λίγες ημέρες η άρρωστη σηκώθηκε και βγήκε στη γειτονιά, όπου οι γείτονες, που γνώριζαν τη σοβαρότητα της ασθενείας της δόξαζαν το Θεό και το νεομάρτυρα του Γεώργιο.
Κάποια άλλη Γιαννιώτισσα, Ελένη στο όνομα, είχε δύο παιδία που υπέφεραν πολύ από πυρετό για έξι μήνες. Οι γιατροί δεν έδιναν ανακούφιση ή ελπίδα και γι αυτό την διακατείχε μεγάλη θλίψη. Μια ημέρα είδε στο όνειρό της ότι βρισκόταν στην αυλή του Μητροπολιτικού Ναού κοντά στον τάφο του Αγίου γύρω από τον οποίο ήταν πολλά νέα κορίτσια. Ένα από αυτά τη φώναξε με το όνομά της και της είπε: «Πάρε, Ελένη, λάδι από την κανδήλα του Αγίου, άλειψε τα παιδιά σου και γίνουν καλά». Όταν ξύπνησε πήγε με ευλάβεια στον τάφο, πήρε λάδι και άλειψε με αυτό τους άρρωστους γιους της που αμέσως θεραπεύθηκαν.
Άλλη γυναίκα από τα Καστανοχώρια, Σταμάτω στο όνομα, που είχε δύο μήνες παράλυτο το δεξί της χέρι, όταν άκουσε για τη θαυματουργική δύναμη του νεομάρτυρα ξεκίνησε με ευλάβεια μαζί με τον πατέρα της και τον πεθερό της. Ήταν Σάββατο απόγευμα και διανυκτέρευσαν δίπλα στον τάφο προσευχόμενοι. Αργότερα η άρρωστη ξάπλωσε στο πλάι του τάφου να ξεκουραστεί και όταν σηκώθηκε ήταν εντελώς υγιής. Την πήραν οι δικοί της και έφυγαν χαρούμενοι δοξάζοντας το Θεό.
Ημέρα με την ημέρα η θαυματουργική χάρη του Αγίου Γεωργίου επισκίαζε όλη τη γύρω των Ιωαννίνων περιοχή και όλοι όσοι είχαν προβλήματα υγείας έσπευδαν στο νέο αυτό ιατρό και λάμβαναν την υγεία τους. Τα θαύματά του τον πρώτο μόλις χρόνο μετά το ηρωικό του μαρτύριο καταγράφηκαν, για να καταδείξουν σε όλους ότι «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού», ότι «τοις Αγίοις τοις εν τη γη Αυτού εθαυμάστωσεν ο Κύριος». Επίσης να αποδείξουν τη συνεχή παρουσία του Αγίου στην πόλη του μαρτυρίου του και σ’ όλη τη γύρω της περιοχή καθώς και την παρρησία του στο θρόνο της Χάριτος. Έτσι περπάτησε ο παράλυτος Ευστάθιος από το Ζαγόρι, η σύζυγος του Αναγνώστη Οικονόμου από τη Βήσσανη, η Χάιδω από την Καστανιά και ο εικοσιπεντάχρονος Δημήτριος από την Άρτα· οκτάχρονο μουγκό παιδί από τα χωριά των Ιωαννίνων βρήκε τη φωνή του· η βαρυαλγούσα Αικατερίνη από τα Πράμαντα ανακουφίστηκε από τους πόνους· η δωδεκάχρονη επιληπτική κοπέλα από το Μέτσοβο καθώς και η Αικατερίνη, κόρη του Ιωάννη Κολιού από το Ρωμανό Σουλίου απαλλάχθηκε από τη φοβερή ασθένεια· η Σταυρινή από το Γκρίμποβο με δερματική νόσο καθαρίσθηκε και κάποιος Κωνσταντίνος με φοβερούς πόνους για τρία χρόνια από το χωριό Βουλιαράτες της Δρυϊνουπόλεως θεραπεύθηκε, και γύρισε πίσω στο χωριό του υγιής δοξάζοντας το θεραπευτή του Άγιο.
περί πηγών :askitikon.eu
https://proskynitis.blogspot.com/2022/01/blog-post_77.html#more
https://orthodoxipar.blogspot.com/2017/01/blog-post_52.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.